για έναν θάνατο εκτός στατιστικής

Εδώ και δεκαπέντε χρόνια οι αυτόνομες αντιφασιστικές ομάδες στελεχώνονται από τον ανθό αυτής της κοινωνίας. Δηλαδή ποιους ακριβώς; Από την πρώτη ματιά, δεν πρόκειται για ένα ιδιαίτερο υποκείμενο, είναι ό,τι ακριβώς περιέχει αυτή η κοινωνία. Γυναίκες, άντρες και φρικιά, στρέιτ και ανώμαλοι, άτομα με χαρτιά παραμονής και μπλε ταυτότητες, ανειδίκευτοι και ειδικευμένοι εργάτες κάθε καταγωγής, ηλικίας, βάρους, τόλμης και τρέλας. Αν τους γνωρίσεις από κοντά καταλαβαίνεις τι δεν έχει πάει καλά με αυτούς τους ανθρώπους. Είναι όλα τους άτομα που έχουν ζήσει από κοντά και από μικρά την πίεση αυτής της κοινωνίας (οικογένεια, σχολείο, αφεντικά και τους ρουφιάνους τους) και αυτού του κράτους (από τους μπάτσους μέχρι την υπόλοιπη γραφειοκρατία). Έχουν ζήσει από κοντά αυτό που λέγαμε «ελληνικό βόθρο», έχουν εμπειρίες που τους αναγκάσανε να ξεχωρίζουν σε συνθήκες δολοφονικής πλειοψηφικής ομοφωνίας, έχουν εμπειρίες που τους ξεχώρισαν ως στόχους. Από τις αναγκαίες «κακές παρέες» έφτασαν σε κάποια φάση όλοι τους και όλες τους να δοκιμάσουν να μπουν σε αντιφασιστικές ομάδες. Να μαζεύονται δηλαδή σε εβδομαδιαίες συνελεύσεις και να συζητάνε για να βγάλουν άκρη για το τι γίνεται στον κόσμο (τους). Να προσπαθούν να καταλάβουν τι έχουν απέναντι τους (πιο εύκολο ας πούμε αυτό) και να καταλάβουν τον εαυτό τους δίπλα στους άλλους εαυτούς ως συλλογικό εαυτό (αυτό φαίνεται όλο και πιο δύσκολο με την πάροδο του χρόνου). Οι αντιφασιστικές ομάδες δεν φτιάχτηκαν με έτοιμο μπούσουλα, φτιάχτηκαν ενστικτωδώς. Τον επεξεργάστηκαν τον μπούσουλα διαβάζοντας (βιβλία και εφημερίδες), γράφοντας, μοιράζοντας, διαδηλώνοντας, κολλώντας αφίσες και ξανασυζητώντας. Οι αντιφασιστικές ομάδες το μόνο που ήξεραν να κάνουν αρχικά ήταν να πασχίζουν να επιβιώνουν, να υπάρχουν μέσα στον χρόνο για να μπορούν να θυμούνται συλλογικά και να επισκέπτονται εκ νέου κριτικά αυτά που έλεγαν παλιότερα, αυτά που βίωναν παλιότερα.

Σούμα: πρώτα ήρθαν οι εμπειρίες των Εγώ και η θέλησή τους για οργάνωση, έπειτα ήρθε το μωσαϊκό των δράσεων και συζητήσεων που τις ανέπτυξαν και, τέλος, ο αγώνας να επιβιώσουν ως ομάδες. Δεν πρόκειται για μια διαδικασία αέναης προόδου. Μέσα στα κοντά 15 χρόνια που υπάρχουν antifa ομάδες στο νότιο άκρο των Βαλκανίων δοκιμάστηκαν συζητήσεις, διαδικασίες, μέθοδοι και εργαλεία που άλλα πέτυχαν και άλλα όχι τόσο. Μέσα στα χρόνια αυτά δεκάδες χιλιάδες νεολαίοι (και μη-νεολαίοι) ήρθαν σε επαφή με τις ιδέες και τη συλλογική εργασία των antifa μέσα από αφίσες και κείμενα, σπρέυ και αυτοκόλλητα, διαδηλώσεις και εκδηλώσεις. Χιλιάδες ήταν αυτοί που τις στήριξαν και κάποιες εκατοντάδες αυτοί που συμμετείχαν στην προετοιμασία και τη διάδοσή τους. Και κάποιες δεκάδες βέβαια που δεν συνέχισαν μαζί μας. Άλλοι αποχώρησαν γιατί χάσανε την πίστη τους στη συλλογική οργάνωση, κοινώς βαριούνταν να κολλάνε άλλο αφίσες ή δεν άντεχαν άλλο τα μούτρα κάποιων από τους υπόλοιπους των συνελεύσεων –δεν είναι να υποτιμάται αυτό, οι άνθρωποι συνεννοούνται όλο και λιγότερο μεταξύ τους. Άλλοι αποχώρησαν για λόγους συγκυρίας ή ανωτέρας βίας: ο ελεύθερος χρόνος που θα μπορούσαν να καταθέσουν μειώθηκε εξαιρετικά ή μετανάστευσαν σε άλλη πόλη ή και χώρα. Χαριτολογώντας μεταξύ μας, για τους τελευταίους λέγαμε πως αυτή είναι η δυστυχής αυτοκαταστροφική φύση του αντιφασιστικού μας λόγου: να πείθει κάποιους από εμάς να εγκαταλείψουν κάθε προσπάθεια συνύπαρξης με τον ντόπιο φασισμό! Τέλος, αν και αυτό δεν αφορά εν ενεργεία συντρόφους, αλλά κυρίως ανθρώπους από το ευρύτερο περιβάλλον μας, κάποιοι έφυγαν απ’ τη ζωή.

Στις 13 του Νοέμβρη του 2020 ένας τέτοιος άνθρωπος, που πέρασε από τις ομάδες μας, πέθανε από ντραγκς και βρεθήκαμε στη θέση να θυμόμαστε ο καθένας και η καθεμία μόνη της και όλοι μαζί τη συνύπαρξή μας μαζί του. Σκεφτήκαμε πως ο Άλεξ, σύμφωνα με όσα μας είχε πει, ήταν ένας από αυτούς τους ανθρώπους που το περιβάλλον τους, τους δείχνει με κάθε πιθανό τρόπο πόσο ανεπιθύμητος ήταν. Ένας άνθρωπος που είχε χορτάσει με εμπειρίες Ελλάδας. Ένας άνθρωπος που η αμφιφυλόφιλη ταυτότητά του, του είχαν εξασφαλίσει μπόλικη εχθρότητα, τραμπουκισμούς και σωματική βία – από την οικογένεια μέχρι το σχολείο. Ένας άνθρωπος που προσπάθησε να εξισορροπήσει αυτά τα βιώματα με την οργάνωσή του σε αντιφασιστικές ομάδες, να μιλήσει για αυτά που τον καταπίεζαν, ακόμα και να τα κάνει μουσική, κάτι που μεταξύ άλλων κατάφερε μέσα από κουίρ πανκ μπάντες. Ήταν ένας άνθρωπος που εν μέσω ματαίωσης και απογοητεύσεων άρχισε να πίνει ναρκωτικά. Και σαν τέτοιος, δηλαδή ένας «πούστης που έπινε», δεν άργησε να έρθει αντιμέτωπος με τις διάφορες εξοντωτικές πολιτικές ενός κομματιού της εγχώριας εξαρχειώτικης αντιεξουσίας (κυνήγια στην πλατεία, μπουνιές, τραμπουκισμοί και χλευασμοί). Δεν ήταν ο πρώτος απ’ όσο γνωρίζουμε και ούτε ο τελευταίος από τους χιλιάδες του ταξικού πάτου που τους έγινε σαφές σε κάθε τόνο πως είναι ανεπιθύμητοι ακόμα και στον ομφαλό του ριζοσπαστισμού της γης. Στο σύντομο διάστημα που συναντήθηκε με την τροχιά του antifa negative, από το 2015 έως το 2017, αυτόν τον Άλεξ γνωρίσαμε. Ήρθε με ενθουσιασμό και μας είπε πόσο τον έψηναν αυτά που βγάζαμε, είχε μόλις διαβάσει το έντυπο για τον αντιτσιγγανισμό, ήρθε μαζί μας σε αφισοκολλήσεις και ξεκίνησε έπειτα κανονικά στις συνελεύσεις. Με το πέρασμα του χρόνου ο Άλεξ ακροβατούσε στο σχοινί ανάμεσα στις δύο αυτές καταστάσεις: από τη μια να οργανώνεται, από την άλλη να ματαιώνεται. Και στο (όχι πολύ) βάθος, τα χτυπήματα συνεχίζονταν.

Εμείς πάλι την πρέζα, το σίσα και τα άλλα μέσα επιτάχυνσης της (αυτο)καταστροφής μας τα καταλαβαίναμε σαν ένα από αυτά τα φαντάσματα που κυνηγάνε το σινάφι μας. Δεν μεγαλώσαμε στη γυάλα, η διάδοση τους στις γειτονιές μας και τις οικογένειες μας γινόταν αντιληπτή σαν ένας τρόπος να μας διαλύσουν όχι μόνο σαν προσωπικότητες αλλά και σαν μοριακές δυνατότητες οργανωμένης αντίδρασης στον κόσμο. Δεν θεωρούμε λεπτομέρεια ότι από τότε που υπάρχει ταξικός πάτος σε αυτή τη χώρα, αυτό ακριβώς το υποκείμενο είναι που έπινε τα διαθέσιμα ναρκωτικά. Πιστεύουμε ακράδαντα ότι ο θάνατος αυτών των κομματιών της ελληνικής κοινωνίας ήταν ανέκαθεν όχι μόνο αμελητέος για το ελληνικό κράτος αλλά σε έναν βαθμό και επιθυμητός. Δεν μας διαφεύγει καθόλου ότι αυτά τα ναρκωτικά πουλιούνταν και το εμπόριό τους προστατευόταν από κρατικά κανάλια και με τον απαραίτητο καταμερισμό εργασίας στα κατώτερα στρώματα, από τους ρομά και τους μετανάστες εργάτες, αυτούς που ούτως ή άλλως δηλαδή το κράτος προόριζε για τη μηχανή του κιμά, μεταξύ συλλήψεων και δικαστηρίων, νοσοκομείων, φυλακών και τάφων. Τέλος, όπως ανέκαθεν μας φαινόταν άστοχο να κάνουμε σημαία μας «την παρανομία» επειδή εμφανίζεται να κυνηγιέται από τους μπάτσους, γιατί η σχέση μεταξύ μπάτσων και εγκλήματος δεν είναι ποτέ τόσο μονόπλευρη, εξίσου άστοχο μας φαινόταν να ταυτιστούμε με «τη ναρκοκουλτούρα». Μέσα από τις ομάδες στις οποίες οργανωνόμασταν, τα σκοτάδια μας προσπαθούσαμε να τα αντιμετωπίσουμε συλλογικά βάσει κοινών εμπειριών –και πάλι, όσο καταλαβαίναμε αυτό το βουνό που είχαμε απέναντί μας. Παλιότερα μέσω του against greek reality και έπειτα του antifa negative, αλλά και σήμερα, όποτε γίνονται «εκκαθαρίσεις» στις γειτονιές μας και ξάφνου όλοι βρίζουν τους πρεζάκηδες, συντασσόμαστε ασυζητητί με τον ταξικό πάτο, παίρνουμε τη μεριά των κυνηγημένων μεταναστ(ρι)ών που κάνουν χρήση, εχθρευόμαστε τις απόπειρες εκκαθάρισης του δημόσιου χώρου, προσφέρουμε καταφύγιο, δεν δεχόμαστε να ρίξουμε σε τέτοιους ανθρώπους τη χαριστική κλωτσιά. Καταλαβαίναμε και καταλαβαίνουμε ότι τα κρατικά ναρκο-κυνήγια είναι ρατσισμός με το καντάρι και «εξυγίανση» του κέντρου της Αθήνας με όρους ανακατεύθυνσης της πρέζας και των πολιτικών ασφάλειας. Ταυτόχρονα ξέρουμε ότι η πολιτική δουλειά που κάναμε εμείς, δηλαδή τα συμπεράσματα αυτού του είδους και η οργάνωση για να τα υπερασπιστείς, θέλει νηφαλιότητα, λειτουργικότητα, σοβαρότητα, δηλαδή λογική, μνήμη και σταθερές δόσεις αποφασιστικότητας γιατί αυτά με τα οποία έχουμε να κάνουμε είναι τέτοιου χαρακτήρα.

Φίλους και συντρόφια σαν τον Άλεξ δεν χάνουμε πρώτη φορά από το περιβάλλον μας. Μπορούμε μάλιστα, δυστυχώς, να αρχίσουμε να τους μετράμε με τα δάχτυλα και των δύο μας χεριών πλέον, χώρια τους φίλους μας από το σχολείο, τους συγγενείς, τους γνωστούς μας. Πολλοί από δαύτους κυνηγήθηκαν σαν κάτι αλλόκοτο με βάση τις σεξουαλικές τους προτιμήσεις. Πολλοί αυτοκτόνησαν και κάποιοι από αυτούς με τη βοήθεια της πρέζας, κάποιοι από την πρώτη καραντίνα του Μάρτη μέχρι σήμερα. Η «εκστρατεία για την υγεία» ήταν το κερασάκι στην τούρτα, το κλείσιμο στο κλουβί μέσα σε μια ήδη ασφυκτική καθημερινότητα. Αυτοί που έφυγαν ήταν πάνω-κάτω όλοι τους φτιαγμένοι από την ίδια στόφα. Τη δική μας στόφα. Το ξέρουμε ότι η μοίρα αυτών των ανθρώπων, αυτών των ευαίσθητων περαστικών, είναι να ξεχνιέται. Η μικρή τους ζωή να περνάει στη λήθη. Ο θάνατός τους δεν είναι ιστορικός, δεν θα μετρηθεί ως θάνατος σημαντικών ανθρώπων ή πρωταγωνιστών της ιστορίας πολύ απλά γιατί τέτοιοι δεν φτιάχνονται μεταξύ των ανώνυμων περισσευούμενων αυτής της κοινωνίας, σύμφωνα με την επίσημη ιστορία. Για τέτοιους λόγους, ένας τέτοιος θάνατος, στατιστικός που λένε, είναι κάτι που δεν πρέπει να αφεθεί στην ατομική μνήμη. Δεν παρακάλεσε και κανείς τους εξάλλου για θύμηση με βάση δακρύβρεχτες ιστορίες, ούτε έτσι εξήγησαν οι ίδιοι σε εμάς το γιατί πίνανε ντραγκς. Τη θύμηση αυτών των θανάτων θεωρούμε ότι πρέπει να αναλαμβάνουν οι συλλογικότητες, οι συνελεύσεις, τα συλλογικά σώματα των ανθρώπων δηλαδή που βρίσκονται, συζητάνε και δρουν εβδομαδιαία ενάντια σε αυτόν τον κόσμο που γκρεμίζεται στα κεφάλια τους (στα κεφάλια μας δηλαδή). Αυτοί οι θάνατοι είναι θάνατοι απ’ το σινάφι μας και σχετίζονται είτε το θέλουμε είτε όχι με τη μεγάλη εικόνα αυτής της κοινωνίας, τον υποκριτικό και εξοντωτικό κοινωνικό βόθρο, τα ΜΜΕ της, τα αφεντικά της και το κράτος της. Αυτοί οι θάνατοι έχουν να κάνουν με συνθήκες ζωής που δεν επιλέξαμε εμείς και που προσπαθούμε να τις αλλάξουμε σπιθαμή τη σπιθαμή. Αυτοί οι θάνατοι έχουν να κάνουν με τον κύκλο της (αυτο)καταστροφής μας.

Από το 2010 έως το 2020 ζούμε την κρίση και το κλείσιμο του κράτους στον εαυτό του, ζούμε ντούρο ελληνικό φασισμό με σβάστικα ή χωρίς, ζούμε σε μια χώρα που η αριστερά είναι άλλος ένας νεκροθάφτης μας, ζούμε εσχάτως μια ιδιότυπη χούντα που ονομάζεται «μέτρα λόγω κορωνοϊού». Τέτοιες είναι οι συνθήκες που μας έλαχαν. Και μολονότι τα μεγάφωνα στις πλατείες από τα περιπολικά κρώζουν από τον περασμένο Μάρτη για κάποια «υγεία», εμείς ξέρουμε ότι πέφτουν άνθρωποι δίπλα μας, οι πιο ευαίσθητοι ίσως, ο ορισμός του αντικοινωνικού πάτου, εκείνοι που θεωρείται ότι ζουν μια «άσκοπη» ζωή. Η γη συνεχίζει να γυρίζει όπως γύριζε, δηλαδή, και κάποιοι από εμάς περισσεύουμε. Αν μη τι άλλο αυτές οι εμπειρίες δεν σκληραίνουν μόνο εμάς αλλά και χιλιάδες άλλους σαν κι εμάς. Μας αναγκάζουν να δούμε πιο καθαρά την εποχή μας, να μη βλέπουμε αυτούς τους κρότους, αυτές τις εμπειρίες, σαν διαλείμματα της ησυχίας, να μη συνηθίζουμε τις σιωπές, να μην γεμίζουμε το κενό με φλυαρία. Η επιλογή της οργάνωσης πιστεύουμε είναι όλο και πιο ορατή όχι μόνο για τους οργανωμένους που τρώμε πίεση να μη βγάλουμε άχνα, αλλά και για τους πολύ περισσότερους που τρώμε πίεση να μην βρισκόμαστε καν από κοντά. Η τροχιά της μιας και της άλλης εμπειρίες έρχονται σε σύγκλιση. Γιατί όπως λέει το ρητό, οι άνθρωποι είναι που φτιάχνουν πάντα την ιστορία τους σε συνθήκες που δεν επέλεξαν. Αυτός είναι και ο λόγος που ενώ τρώμε πίεση σε αυτή τη νέα ζοφερή «κανονικότητα» όπως όλα μας τα αδέρφια μας, βλέπουμε ένα παράθυρο στο σήμερα. Οφείλουμε να μην αποβλακωθούμε με τις κρατικές συμβουλές για το πώς να ζήσουμε, πώς να σχετιζόμαστε και να πενθούμε, πώς να φιλιόμαστε και να αγκαλιαζόμαστε, πώς και τι να θεωρούμε σκόπιμο ή άσκοπο. Μονάχα η αστυνομία βρίσκει τον εαυτό της στις συνθήκες που ζούμε! Οφείλουμε να μην παραδοθούμε στον συναισθηματικό μηδενισμό. Να οργανωθούμε. Να μην χάσουμε άλλους στον πολύ δρόμο και την ελάχιστη πολυτέλεια χρόνου που έχουμε μπροστά μας. Να μη ρομαντικοποιήσουμε την εξαθλίωση. Να κάνουμε να ανθίσουν τα χίλια πρόσωπά μας.

Πριν από το 2010 ακόμα μετατραπήκαμε από παρέες σε ομάδες και προσπαθήσαμε να κουμαντάρουμε τις σκόρπιες ιδέες μας ώστε να παράγουμε συλλογική εργασία κόντρα στην τροχιά που παίρνει αυτός ο κόσμος. Φτιάξαμε εργαλεία, νοητικές κατηγορίες, και χρησιμοποιούμε ακόμα τις εμπειρίες μας, στο μέτρο του δυνατού, για να κατανοήσουμε το τι μας συμβαίνει, όσο πιεζόμαστε από δουλειές, από ρουφιάνους ρατσιστές και αφεντικά. Αλλά πλέον καταλαβαίνουμε καθαρότερα τις κοινωνικές πολώσεις, μπορούμε να αναγνωρίσουμε την υλικότητα των δικών μας ιδεών αλλά και των απέναντι, μπορούμε να καταλαβαίνουμε ότι πολιτική αυτονομία δεν υπάρχει δίχως το οργανωτικό της αντίκρισμα. Μόνο ένας τρόπος υπάρχει για να γίνει αυτό και τον έχουμε βρει. Πασχίζουμε να συνεννοηθούμε γιατί είμαστε πολλοί. Σκάμε σε ομάδες γιατί είμαστε πολλές.

antifa negative, 21.11.2020

Συνωμοσιολογία: πώς να την αναγνωρίσετε άμα τυχόν τη δείτε!

Στο κείμενο «Αφετηρία Άουσβιτς (πέρα από την ιστορία και τη μνήμη)», τον μακρινό πλέον Φλεβάρη του 2018, θέλοντας να κάνουμε κριτική στις αντιλήψεις της ελληνικής αριστεράς για τον αντισημιτισμό της αναρωτιώμασταν «[…] πόσο πιθανό είναι να πάρει μια τέτοια αριστερά σοβαρά σήμερα τον αντιδραστικό –εθνικών συμφερόντων– αντικαπιταλισμό, τη συνωμοσιολογία και τον αντισιωνισμό, κάποια από τα σύγχρονα δηλαδή δεκανίκια κάθε δεξιού και αριστερού μέλους του αγαπημένου τους ελληνικού όχλου».[1] Είχαμε ήδη διαπιστώσει ότι ο αντισημιτισμός ήταν κάτι περισσότερο από ένα λαϊκό πάθος, μιας και προκειμένου να οργανωθεί η Τελική Λύση χρειάστηκε να δουλέψουν από κοινού μπάτσοι, στρατιώτες, γιατροί, δάσκαλοι, υπάλληλοι σιδηροδρόμων, φιλήσυχοι γείτονες, ακαδημαϊκοί, υπουργεία, τοπικοί άρχοντες. Την ίδια στιγμή, βλέπαμε πως η όποια επικέντρωση στον συνωμοσιολογικό τρόπο σκέψης κουβαλούσε μαζί τόσο την προϋπόθεση της ύπαρξής του όσο και την απάντηση που πρέπει να δοθεί: προϋπόθεση είναι η οπισθοδρομική (aka όχι αρκετά φιλελεύθερη) ελληνική κοινωνία· απάντηση είναι η εκπαίδευση των πολιτών ώστε να μην υποπίπτουν σε ‘αντισημιτικά σφάλματα’.[2] Σχεδόν τρία χρόνια αργότερα, έφτασε η στιγμή που η λέξη «συνωμοσιολογία» έγινε του συρμού [sic]. Εμείς ως δύσπιστες και δύσπιστοι απέναντι στις ελληνικές συμφωνίες είπαμε να συζητήσουμε λίγο περισσότερο μέσα σε ποια συγκυρία συμβαίνει αυτό. Μήπως οι έλληνες όλων των αποχρώσεων έγιναν αντι-αντισημίτες; Μήπως ο αόρατος εχθρός τους ευαισθητοποίησε; Μήπως είμαστε καχύποπτοι χωρίς λόγο και δεν βλέπουμε τα θετικά;

Μπροστά στα χουντικά μέτρα του περασμένου Μάρτη-Απρίλη-Μάη και του τωρινού Οκτώβρη-Νοέμβρη (και βλέπουμε) που περιλάμβαναν απαγόρευση κυκλοφορίας και υποχρεωτική μασκοφορία, μια σειρά από αυτόνομες ομάδες στην Αθήνα και αλλού βγήκαν και είπαν, παρά τις μεταξύ τους διαφορές, πως η κρίση και η διαχείριση της κρίσης του ιού ήταν επινοημένη από τα κράτη μέσα στα πλαίσια των μεταξύ τους (διακρατικών) ανταγωνισμών και, επιπλέον, πως η επιβεβλημένη καραντίνα χρησίμευσε στα κρατικά σχέδια οικονομίας, δημόσιας τάξης, εξωτερικής πολιτικής. Χρησίμευσε μάλιστα τόσο που τα περί ιών λειτούργησαν ως μια υποδειγματική μέθοδος πειθούς ώστε να συμπεράνουμε όλοι μας ότι αυτά που μας συμβαίνουν είναι «φυσικά». Αυτή η άποψη ονομάστηκε από τους δεξιούς και αριστερούς φίλους του κράτους ως «συνωμοσιολογική».

Αυτή η φοβερή εθνική σύμπνοια αριστεράς και δεξιάς δεν ήταν βέβαια έκπληξη από μια άποψη. Αλλά ήταν η πρώτη φορά που –με φόντο την απαγόρευση κυκλοφορίας και τις απολύσεις ή μειώσεις μισθών εκατοντάδων χιλιάδων– οι διαφορές μεταξύ όλων των πλευρών του κράτους (και των τσιρακίων τους) ελαχιστοποιήθηκαν τόσο πολύ που εμφανίζονταν σαν μπετόν αρμέ. Ήταν η πρώτη φορά που για αυτόν ακριβώς τον λόγο φτάσαμε μια ανάσα από την απαγόρευση έκφρασης, καθώς από κρατικά στόματα απειλήθηκε ότι δεν θα μπορεί να λέει ο καθένας ό,τι θέλει για αυτόν τον ιό και ότι η διασπορά… fake news θα τιμωρείται. Η όλη φιλολογία περί fake news είναι, όπως καταλαβαίνουμε, ο νέος τρόπος να πλασάρεται το παλιό κρατικό άγχος για έλεγχο της πληροφορίας και της γνώμης. Το ζήτημα δεν ήταν βέβαια ότι προτείνονταν μόνο άκυρα φάρμακα και θεραπείες για τον ιό –συνεπώς, έπρεπε για λόγους υγείας να σταματήσει η ιατρική παρα-φιλολογία (αυτό το έκαναν και οι ίδιοι οι γιατροί και οι πρωθυπουργοί, από τον Τσιόδρα μέχρι τον Τραμπ που έβγαιναν και λέγανε δοκιμάστε το α΄ ή β΄ φάρμακο!). Το ζήτημα είναι ότι κανείς δεν πρέπει να βγαίνει να λέει οτιδήποτε εκτός του κύκλου «καμπύλη-μάσκα-γιαγιά-κάτσε σπίτι» και της αριστερής του εκδοχής «κάτσε πιο πολύ σπίτι και περίμενε το νέο νοσοκομείο». Η συκοφάντηση της κάθε αντίθετης άποψης ως συνωμοσιολογίας έλεγε ότι τώρα που ο ιός μας επιτίθεται, πρέπει να κόψουμε την κριτική στο κράτος. Αντ’ αυτού πρέπει να αφεθούμε στις μεταξύ μας σχέσεις… φροντιστικότητας (ο Κυριάκος το ‘λεγε πιο ωραία, ως κοκούνινγκ – γι’ αυτό κυβερνάει βέβαια ο Κυριάκος και όχι οι άλλοι των σόσιαλ) και στην άποψη ότι ο ιός είναι προϊόν των διατροφικών συνηθειών των καθυστερημένων και βρωμιάρηδων Κινέζων. Και τέτοια είναι η ρημάδα η εθνική ενότητα που αυτή η φοβερή ιδέα βρήκε οπαδούς μέχρι και σε πολιτικούς χώρους πέραν της αριστεράς!

Σε μια τέτοια συγκυρία, λοιπόν, σκεφτήκαμε να υπενθυμίσουμε δυο βασικά πράματα στους συντρόφους και τις συντρόφισσες των σόσιαλ. Η κουβέντα για τη συνωμοσιολογία ήταν ανέκαθεν μια κουβέντα γύρω από την οργανωμένη από τα πάνω παραγωγή σύγχυσης και τη στοχοποίηση κάποιων αδύναμων μειοψηφιών, ως παρασκηνιακά ισχυρών. Μολονότι συνωμοσίες υπήρξαν και υπάρχουν πολλές στον σύγχρονο κόσμο, δεν μπορέσαμε να βρούμε συνωμοσιολογία η οποία να είναι άσχετη με το κράτος και τα συμφέροντά του. Το δεύτερο πράγμα είναι ότι ανεξάρτητα του αν υπάρχει ένα φαινόμενο (sic) ή όχι –όπου φαινόμενο, βλ. ιό, πλημμύρες, λιώσιμο πάγων, εμπρησμό του Ράϊχσταγκ, βόμβες στην πιάτσα Φοντάνα και ό,τι άλλο θέλετε– σε αυτό τον κόσμο που έχει ένα οικονομικό σύστημα που λέγεται καπιταλισμός, μια κοινωνική οργάνωση που λέγεται κράτος και μια κοινότητα που λέγεται έθνος και αυτά κάνουν κουμάντο, κάθε φαινόμενο (πάλι sic) υπάγεται σε αυτούς τους σχεδιασμούς και αυτή τη διαχείριση, δηλαδή την εθνική-κρατική-καπιταλιστική. Ξέρουμε, βέβαια, ότι αυτά που λέμε είναι εξωφρενικά (κοινότοπα)…

Αφίσα του antifa negative για την κρατική συνωμοσιολογία που κολλήθηκε τον Οκτώβριο του 2020

Όταν μιλάμε για συνωμοσιολογία δεν υπάρχει περίπτωση να μην μας έρθει στο μυαλό το κατεξοχήν έργο της συνωμοσιολογίας στην ιστορία: τα Πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών. Από αυτό το αρχετυπικό παράδειγμα συνωμοσιολογικού λόγου που είχε τόση επιτυχία ώστε να το πάρουν υπό την προστασία τους και οι Ναζί, μπορούμε να βγάλουμε αρκετά χρήσιμα συμπεράσματα:

α) καταρχάς φτιάχτηκε από τις μυστικές υπηρεσίες του Τσάρου, της ρωσικής δηλαδή αυτοκρατορίας, άρα από το κράτος,

β) στοχοποίησε μια θρησκευτική μειονότητα, δηλαδή τους Εβραίους, μέσα στην κατά τα άλλα χριστιανορθόδοξη Ρωσία· δηλαδή στοχοποίησε μια αδύναμη μειονότητα παρουσιάζοντάς την ως παντοδύναμη, και

γ) με σκοπό ο Τσάρος να φτιάξει εθνική ενότητα και να αποφύγει την κατάρρευση του καθεστώτος του από εσωτερική αντιπολίτευση εκ μέρους κατά βάση των αγροτών· εφευρίσκοντας, δηλαδή, έναν αποδιοπομπαίο τράγο, το κράτος θέλησε να εφαρμόσει έναν αντιπερισπασμό, παράγοντας φονική σύγχυση.

Πάμε τώρα στην περίπτωση του κορωνοϊού. Οι αυτόνομες ομάδες που υποστηρίξαμε ότι ο ιός είναι κατά βάση η διαχείρισή του με κρατικούς-καπιταλιστικούς-εθνικούς όρους, ουσιαστικά εκφράσαμε την απολύτως αντίθετη άποψη από αυτή που στήριζε το κράτος και οι κολαούζοι του. Αντί να στοχοποιήσουμε κάποια αδύναμη μειονότητα, όπως έκανε το ελληνικό κράτος π.χ. με ρομά, πομάκους, μετανάστ(ρι)ες και εργατική τάξη, προσπαθήσαμε να εκθέσουμε τα κίνητρα, τη λειτουργία και τον αντίκτυπο αυτών των «έκτακτων μέτρων». Και, επιπρόσθετα, εκθέσαμε την κρίση του ιού ως αντιπερισπασμό. Αντιθέτως, οι κολαούζοι στήριξαν την κρατική γραμμή (πέρα από τις όποιες δευτερεύουσες κριτικές σάλτσες), στοχοποίησαν ως… συνωμοσιολόγους τους αυτόνομους, ως ανεύθυνους τους Ρομά και ως… ρε-που-είναι-αυτός-ο-Εχίνος… τους Τούρκους, και συνέβαλαν στον κρατικό αντιπερισπασμό. Μας φαίνεται ότι η συνωμοσιολογία-σύγχυση –αν βρισκόταν κάπου– θα ήταν απέναντι μας, πασπαλισμένη όπως πρέπει με πανικό (αμάν, η γιαγιά!), ατομικές λύσεις (φροντιστικότητα) και κρατικές διεξόδους (Τσιόδρα σώσε μας!).

Δεν μπορούμε να αποκλείσουμε, βέβαια, ότι έχουμε να κάνουμε με κάποιους που απλά «λένε τη μαλακία τους»· για μερικούς από δαύτους, όμως, η «μαλακία τους» έχει και υλικά συμφέροντα να είναι τέτοια που είναι. Σίγουρα δεν δουλεύουν στα χωράφια, σίγουρα δεν ζουν σε υπόγειο της Κυψέλης, σίγουρα δεν ζουν στον Εχίνο ή στη Νέα Σμύρνη Λάρισας. Εντάξει δεν φανταζόμασταν από τέτοια τυπάκια να μιλήσουν κόντρα στον κυρίαρχο λόγο και να κοιτάνε τον κοινωνικό πάτο. Επειδή είμαστε καλόπιστοι και το στόμα μας σίγουρα δεν είναι αγίασμα, ξαναφέρνουμε το ζήτημα της συνωμοσιολογίας με αυτό τον κόσμιο τρόπο, έστω κι αν αυτοί που «λένε τη μαλακία τους», δεν μπορούν να δουν τη διαφορά μεταξύ απεύθυνσης στις μειονότητες και εργατικές τάξεις και απεύθυνσης στους μικροαστούς και χριστιανούς, έστω κι αν δεν μπορούν να δουν τη διαφορά μεταξύ ξεμπροστιάσματος του κρατικού ρατσισμού και της υιοθέτησης ενός εναλλακτικού κρατισμού. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι αν κάποιος λέει ότι δεν γουστάρει το κράτος και κάνει ό,τι μπορεί για να πακετωθούν οι μετανάστες στη Βικτώρια και οι Τούρκοι στον Εχίνο, μας κάνει τα νεύρα τσατάλια. Όταν κάποιος λέει ότι τον νοιάζει η ενδοοικογενειακή βία που διάβασε κάπου ότι υπάρχει και την ίδια ώρα ρίχνει γραμμούλα πληκτρολογίου ότι τώρα «παίζει ιός» και τα πράγματα σοβάρεψαν –μολονότι αυτό σημαίνει να μείνουν οι μετανάστριες γυναίκες στα camps (sic) και δεν πα’ να πεθάνουν– ε, όλο αυτό σου κάνει κομματάκι τσατάλια τα νεύρα, δεν σ’ τα κάνει;

Πάντως, η εξύφανση συνωμοσιών από πλευράς κράτους δεν σταμάτησε τον 19ο αιώνα στη Ρωσία, στις δουλειές που έκαναν οι μυστικές υπηρεσίες. Τα θύματα της κρατικής συνωμοσίας και συνωμοσιολογίας συνέχισαν και σε άλλες περιπτώσεις να κατηγορούνται ως θύτες (συνωμότες). Από μια άποψη σήμερα είναι διασκεδαστικό να βλέπουμε όσο ποτέ άλλοτε τις μυστικές υπηρεσίες να απολαμβάνουν τις υπερ-εξουσίες τους στον κρατικό μηχανισμό και τα ινστιτούτα για τα fake news να φτιάχνονται με μυστικά κονδύλια των υπουργείων εξωτερικών και με στόχο να ενταθεί ένας ιδεολογικός πόλεμος ενάντια στα αντίπαλα κράτη. Σε ένα προηγούμενο κείμενό μας αναφερθήκαμε στις ημερήσιες εκπομπές έξτρα-συνωμοσιολογικού περιεχομένου που έκανε ο Βελόπουλος στη δεκαετία του 2000 στη Θεσσαλονίκη.[3] Σε αυτές τις εκπομπές ο Βελόπουλος έλεγε και ξανάλεγε –μόνος του τότε– για τις προδοτικές ελληνικές κυβερνήσεις που δεν εκμεταλλεύονταν τα πλούσια κοιτάσματα (πετρελαίου, φυσικού αερίου και ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς) του Αιγαίου και της Ελλάδας γενικά. Σήμερα τα περί Α.Ο.Ζ. και εκμετάλλευσης κοιτασμάτων στην… ελληνική Μεσόγειο ξέρει να τα λέει και ο ψιλικατζής της γειτονιάς, ενώ αυτές ακριβώς οι τρέλες του Βελόπουλου είναι ο λόγος που παραλίγο να μας καλούσαν να πάμε να πολεμήσουμε τους Τούρκους τον Αύγουστο του 2020! Αλλά τότε, αυγουστιάτικα γαρ, οι καταπέλτες εναντίον της συνωμοσιολογίας ευτυχώς έμειναν με τα μαγιό τους. Είναι και τα χακί ρε γαμώτο ζεστά το καλοκαίρι!

Τώρα για το θέμα της παντού διάχυτης συνωμοσιολογίας, δηλαδή οργανωμένης σύγχυσης, ούτε αυτό είναι κάτι νέο. Οι μάσκες είναι τρομακτικές, τα πρωθυπουργικά ανακοινωθέντα είναι τρομακτικά, οι μπάτσοι και οι γιατροί στην τηλεόραση είναι τρομακτικοί. Καλά, είναι τρομακτικοί όλοι τους καμιά φορά και χωρίς τηλεόραση στη μέση. Σε έναν κόσμο φόβου που κανείς αντιλαμβάνεται ότι του λένε μαλακίες, δεν είναι απαραίτητο πως ξέρει προς τα πού να κοιτάξει για την αλήθεια. Η εύκολη δουλειά του μυαλού είναι να πάει προς το απλουστευμένο και ήδη σερβιρισμένο, να μην χρειαστεί να ζορίζεται κιόλας. Σε έναν κόσμο προφανούς ανισχυρότητας του ατόμου όπου κανείς αντιλαμβάνεται ότι είναι ένα τίποτα μπροστά σε εμφανώς μεγαλύτερες δυνάμεις από το ίδιο, δεν είναι απαραίτητο ότι ξέρει κανείς/καμιά τι να κάνει για να ξεπεράσει την ανισχυρότητά του/της. Το εύκολο είναι να στραφεί στην τύχη (δηλαδή το Στοίχημα), τα ζώδια και τις κατάρες προς τον Σόρος. Κι αν μπροστά στον ζωδιακό του χάρτη εμφανίζεται κανείς ως ανίσχυρος, επιβεβαιώνοντας το πολύ πολύ αυτό που είναι να συμβεί, ο αντισημιτισμός παρέχει το απαραίτητο καύσιμο μιας κοσμοθεωρίας που καυχιέται ότι δήθεν αντιμάχεται τους ισχυρούς· και η διοχέτευση αυτού του καυσίμου έχει οργανωθεί από τα σύγχρονα κράτη. Σε πόσες και πόσες δουλειές δεν έχουμε δει τους συναδέλφους μας να τρώνε τις ώρες τους λέγοντας μαλακίες. Πέρναγε η ώρα, εξάλλου· ενίοτε συμφωνούσαν και τα αφεντικά και η βλακεία περνούσε ευκαιριακά για εξυπνάδα.

Ο ένας δρόμος που μπορεί να διαλέξει κανείς μπροστά σε αυτό το σταυροδρόμι είναι να διαβάσει το βιβλίο για τις συνωμοσιολογίες του Γάλλου δεξιού, ισλαμοφάγου πολιτικού επιστήμονα Πιέρ Αντρέ-Ταγκίεφ και να βρίζει τη συνωμοσιολόγα εργατική τάξη, αλβανική σε μεγάλο της μέρος και μεταναστευτική εν γένει, για την αμορφωσιά της και τον αντισημιτισμό της αφ’ υψηλού. Ο άλλος δρόμος είναι να δούμε την καθημερινή πρακτική συνωμοσιολογία σαν προϊόν του καιρού της, μιας εποχής φόβων, απειλών, πνευματικού και φεισμπουκικού τεχνο-σακατέματος, υπερ-οπλισμένων μπάτσων και στρατών απέναντι σε ανίσχυρα άτομα. Όχι γιατί έτσι αυτή θα αποκτήσει λιγότερο ηλίθια χροιά ή λιγότερο επικίνδυνη δυναμική, αλλά γιατί έτσι θα καταλάβουμε πως διάολο ξαφνικά ο αγώνας ενάντια στη συνωμοσιολογία βρήκε τόσο πολλούς φίλους και με τι κίνητρα, με ποιους τρόπους πετάνε την μπάλα στην κερκίδα οι δήθεν πολέμιοι της συνωμοσιολογίας που την ίδια ώρα στήνουν στρατούς, μπάτσους, σύγχυση και πολιτικές πανδημίας. Να θυμηθούμε αφενός ότι συνωμοσιολογία, δηλαδή οργανωμένη παραγωγή σύγχυσης, έχουν παράξει τα κράτη ιστορικά· αφετέρου ότι σήμερα οι (φιλοκρατικοί) λόγοι που εκφράζονται ως αντι-συνωμοσιολογικοί επικεντρώνουν τη σκέψη για το τι συμβαίνει γύρω από τις ατομικές εμπειρίες, εκφράζοντας έναν πολύ στενό εμπειρισμό. Αυτή δεν είναι μια γνώση που πρέπει να την κορνιζάρουμε για να την πετάμε από άμβωνος στα μούτρα των αμόρφωτων αλλά ούτε και να τη χαρίσουμε στους ειδικούς που εξάγουν γνώση για κρατική χρήση. Είναι γνώση χρήσιμη για το παρόν που από τη μια ο αντίπαλος είναι οργανωμένος και από την άλλη εμείς καλά-καλά δεν μπορούμε να τον δούμε πέρα απ’ τη μύτη μας, το μαχαίρι του χρυσαυγίτη και το κλομπ του μπάτσου. Η συζήτηση για τη συνωμοσιολογία τώρα είναι μια συζήτηση για το κράτος, την οργανωμένη προπαγάνδα και τους ευάλωτους στόχους της, το πνευματικό μας σακάτεμα και πως θα (οργανωθούμε για να) το αποφύγουμε.

 

0151 αντιφασιστικό περιοδικό ενάντια στην ελληνική εμπειρία

Νοέμβρης 2020

 

 

[1] «Αφετηρία Άουσβιτς (πέρα από την ιστορία και τη μνήμη)», 0151 #13,σελ. 10.

[2] Πιο αναλυτικά, η συγκεκριμένη κριτική στον φιλελεύθερο «αντι-αντισημιτισμό» [sic] παρουσιάζεται στο «Στα ίχνη της ελληνικής ευθύνης. Η ελληνική επανάσταση και ο αντισημιτισμός 1760-1832 (μέρος α΄)», 0151 #08, σελ. 6-15.

[3] «Φασίστες με λίγο ή πολύ ναζισμό στον 21ο αιώνα: η περίπτωση Βελόπουλου (α΄)», antifa negative, 0151 #18, σελ. 6-9.

ΝΕΟ ΤΕΥΧΟΣ #21 // Δεκέμβριος 2020

 

Που πέφτει ο Εχίνος και γιατί κολλάει εκεί πολύ ιό; // Συνωμοσιολογία: πως να την αναγνωρίσετε άμα τυχόν τη δείτε // Η υγεία και η πρόοδος ενός άρρωστου κόσμου (ή γιατί ένας κόσμος που βαδίζει σε πόλεμο δεν μπορεί να περιμένει εμβολια) // Η αφίσα που τρόμαζε τους μετανάστες τους αριστερούς // Ναγκόρνο-Καραμπάχ: η ελλάδα μας πέρα από την ανατολική μεσόγειο // ημερολόγιο ρατσισμού εφτά χρόνια αργότερα // Hear-Say (γύρω από τις μεθόδους της αυτο-καταστροφής μας) // Act Up! Fight aids! Fight back! (μια εκδήλωση με αρρώστια μέσα-έξω) // Κυρίες και κύριοι από δω για τα αέρια (3 εκδηλώσεις στη Νότια Μακεδονία) // Εγκληματικές Οργανώσεις και Κράτη: δύο παντελώς άγνωστοι (σχόλια με αφορμή τη δίκη της Χ.Α.) // Περι “σκωληκοειδών αποφύσεων”: Άρρωστοι, Ανήθικοι, Παράνομοι, οι νέοι τρόποι να μας βρίζουνε είναι παλιοί // antifa newz (υπάρχουν ακόμα;) // για έναν θάνατο εκτός στατιστικής // 200 χρόνια τώρα (η ίδια μαλακία)

ΓΙ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΤΡΑΓΟΥΔΑΩ

Το τραγούδι αυτό του F. J. Degenhardt (1931 – 2011) γράφτηκε το 1987. Η ιδιαιτερότητα του, όπως και του ‘Τόνιο Τσιάβο’ είναι ότι γράφτηκαν πολύ πριν το ξέσπασμα των γερμανικών ρατσιστικών πογκρόμ της δεκαετίας του ’90 … που σημαίνει ότι όλοι είχανε γνώση των ικανοτήτων και της συγκρατημένης μέχρι τότε δυναμικής του λαού τους. Αυτά για τα περί των «ξαφνικών ξεσπασμάτων του γηγενούς πληθυσμού»

 

Αυτό το τραγούδι είναι για τον παπά, τον Κλάους επειδή έμπασε στο σπίτι του κάποιον τη νύχτα, κάποιον που δεν γνώριζε με καμένα πόδια και χέρια, είχε σκοντάψει πριν τελειώσει * κι ο ηλεκτρικός στύλος έπεσε πρόωρα. Ο παπάς ο Κλάους κατάλαβε αμέσως. Ο φόβος έσφιξε τον λαιμό του αλλά σταμάτησε το αίμα άλειψε τις πληγές και καταπράϋνε τον πόνο με κάναβη και κόκκινο κρασί.

Αυτό το τραγούδι είναι για την Ρόζμαρι που στην αστυνομία δεν αναγνώρισε κανέναν, κάποιον από την Ανατολή. Είχε βγει εκείνος ορμητικά από την τράπεζα με το πιστόλι ακόμα στο χέρι, ήρθε κατά πάνω της, αυτή ακίνητη, τον είδε πρόσωπο με πρόσωπο. Αλλά τώρα, όπως τον στήσανε για αναγνώριση απέναντι της, με αυτό το τροματικά χαμένο βλέμμα του στον τοίχο, στη σειρά, ανάμεσα σε δύο γερμανούς, είπε: «Δεν ήταν αυτός».

Ρόζμαρι είσαι απλά μια συνταξιούχα και τώρα χάνεις την επικήρυξη αλλά εσύ γελάς γιατί ξέρεις ότι την πληρωμή σου την πήρες.

Και για τη Νατάσα Σπέκενμπαχ είναι αυτό το τραγούδι επειδή δεν το βάζει κάτω. Λέει ότι δεν είναι δυνατόν να αναρρώνει στη συνοικία που ζει τώρα. Τρέχει με τους ανέργους στις υπηρεσίες, στήνεται, τις περισσότερες φορές μόνη, στο τραπεζάκι με το έντυπο υλικό, κάνει μαθήματα γερμανικών στις γυναίκες από την Τουρκία κι αλλού. Με τα κακατόκκινα σαν χυμό ντομάτας μαλλιά της δίνει ακόμα δύναμη στους άλλους. Όμως οι γιατροί τις δίνουν ενάμιση χρόνο ζωής ακόμα.

Υπάρχουν και μερικοί ακόμα, που κάνουν πολλά χωρίς δίκτυα κι όταν υπάρχει ανάγκη και χωρίς νόμους, χωρίς προστασία χωρίς όφελος.

Μερικοί νομίζουν μάλιστα ότι μπορούν να τα αλλάξουν όλα αυτά. Αν αυτό γίνεται και πως γίνεται, δεν ξέρω. Εγώ τραγουδάω μόνο αυτό το τραγούδι. Ξέρω όμως ότι χωρίς αυτούς, δεν θα είχε νόημα κανένα.

 

 

* Αναφέρεται σε περιστατικό ανατίναξης ηλεκτρικού στύλου πυρηνικού εργοστασίου όπου ο δράστης έπαθε ατύχημα…
Το «πριν τελειώσει» αναφέρεται στο ότι ο δράστης δεν πρόλαβε να απομακρυνθεί από το σημείο τοποθέτησης των εκρηκτικών.

 

 

Κατέβασε το σε pdf εδώ

ΤΟΝΙΟ ΤΣΙΑΒΟ

Αυτή είναι η ιστορία του Τόνιο Τσιάβο, γεννημένου και μεγαλωμένου στο Μετσοτσόρνο. Γυναίκα και οχτώ παιδιά, τρία απ’ αυτά σχεδόν πεθαμένα και δυόμιση αδελφές σε ένα δωμάτιο. Ο Τόνιο Τσιάβο έφυγε, πήγε στον παράδεισο που βρίσκεται κάπου εκεί στην Χέρνε. Στον καταυλισμό κάτω από την σκεπή, με δώδεκα συνάδελφους από το Μετσοτσόρνο, για 100 μάρκα νοίκι και σβησμένο φως από τις 9 το βράδυ, καθόταν τα βράδια κι έπινε το κρασί του.

Κάπου-κάπου έβλεπε από τα λούκια της σκεπής πραγματικά αστέρια στον παράδεισο που βρίσκεται κάπου εκεί στην Χέρνε.

Καλά λεφτά έστελνε ο Τόνιο στο σπίτι του. Τα μετρούσαν εκεί και γελούσαν χαρούμενα Δούλευε για δέκα άτομα στην οικοδομή κι ήρθαν μετά τα εγκαίνια της σκεπής. Ο εργοδηγός τον είπε ‘ιταλογούρουνο’, δεν του άρεσε αυτό στον παράδεισο που βρίσκεται κάπου εκεί στην Χέρνε.

Ο Τόνιο Τσιάβο τράβηκε το μαχαίρι του, ένα στιλέτο από το Μετσοτσόρνο και το ‘χωσε στην χοντρή κοιλιά του εργοδηγού. Χύθηκε αίμα πολύ και μπύρα μπόλικη. Τέσσερις οικοδόμοι άρπαξαν αμέσως τον Τόνιο Τσιάβο. Είδε από κάτω του την Χέρνε, τον παράδειο που δεν του ήταν πια μακριά.

Αυτό είναι το τέλος του Τόνιο Τσιάβο γεννημένου και μεγαλωμένου στο Μετσοτσόρνο.

Τον πέταξαν από 70 μέτρα ύψος, επάνω στο πλακόστρωτο, έπεσε ανάμεσα σε δέκα αδύνατους άντρες, κουρασμένους κι εξασθενημένους που ήρθαν εκείνη την ώρα από μακριά από το Μετσοτσόρνο στον παράδεισο που βρίσκεται κάπου εκεί στην Χέρνε.

Το τραγούδι αυτό του F. J. Degenhardt (1931 – 2011) γράφτηκε το 1966 και βασίζεται σε πραγματικό περιστατικό. Είναι αφιερωμένο στον ιταλό μετανάστη Τόνιο Τσιάβο που δολοφονήθηκε από γερμανούς συναδέλφους του. Έζησε μόνο για λίγο διάστημα στην δυτικογερμανική πόλη Χέρνε.

 

Κατέβασε το pdf εδώ

Στρατόπεδα Κράτησης Αμάχων Προσφύγων και Μεταναστών / Σ.Κ.

Κάθε μορφή εγκλεισμού είναι πράξη βίαιη, εκδικητική, καταναγκαστική κι επιλεκτικά απορρίπτει τα έγκλειστα άτομα απ’ την ανθρώπινη κοινότητα. Εκτός απ’ την στέρηση της ελευθερίας απαξιώνει κι ευτελίζει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια.

Υπάρχουν πολλές μορφές εγκλεισμού, φυλακές, αναμορφωτήρια, ψυχιατρικών εγκλεισμών (ψυχιατρεία) κ.λ.π.

Υπάρχουν και τα στρατόπεδα κράτησης στα οποία συγκεντρώνουν, όσους μετανάστες και πρόσφυγες συλλαμβάνουν από εφόδους (σκούπα) ή επιχειρήσεις «ξένιος Ζευς» ή όσους έχουν διασωθεί απ’ τα περάσματα στα οποία έχουν προσπαθήσει να εισέλθουν στη χώρα. Τα στρατόπεδα κράτησης σήμερα, είναι αποτέλεσμα ενός άτυπου πολέμου και οι κρατούμενοι υπάρχουν σαν αιχμάλωτοι αυτού του πολέμου. Εκτός από τους πρόσφυγες που προέρχονται από εμπόλεμες περιοχές που κυνηγημένοι προσπαθούν να ξεφύγουν, υπάρχουν κι οι μετανάστες που φεύγουν από καθεστώτα με τέτοια οικονομική ανισότητα που τους στερεί ακόμη και την επιβίωση. Υπάρχουν αντικαθεστωτικοί που στα απολυταρχικά καθεστώτα των χωρών τους έχουν κυνηγηθεί, βασανιστεί, φυλακιστεί τόσο οι ίδιοι όσο και οι οικογένειες τους. Κανείς δεν φεύγει μ’ αυτό τον τρόπο, με τέτοιες κακουχίες έτσι για πλάκα. Αλλά σε συνέχεια ενός άνισου πολέμου, η μεταχείριση τους στην ελλάδα λίγο διαφέρει από τις περιοχές που έχουν διαφύγει.

Χιλιάδες έχουν πνιγεί στα νερά της μεσογείου, στο αιγαίο, στο ιόνιο. Πρόσφατο παράδειγμα το ναυάγιο στο ιόνιο, κοντά στην Λευκάδα στις 16 Νοέμβρη. Μέχρι στιγμής 12 άτομα έχουν βρεθεί πνιγμένα, ανάμεσα τους ανήλικα παιδιά, βρέφη και μια οικογένεια ολόκληρη που τα νερά του ιονίου έγινε ο τάφος τους. Το ελληνικό λιμενικό βυθίζει τις βάρκες κι είναι υπεύθυνο γι’ αυτά τα εγκλήματα. Οι έλληνες φρουροί των συνόρων είναι υπεύθυνοι όταν συλλαμβάνουν και επαναπροωθούν πίσω τους κυνηγημένους, όταν στα ορμητικά νερά του Έβρου βυθίζουν τις βάρκες κι εκεί έχουν πνιγεί πολλοί άνθρωποι. Υπάρχουν πολλές μαρτυρίες, αλλά καμιά καταδίκη των εγκληματιών.

“Μαζί μας ήταν μια οικογένεια, ένα ανδρόγυνο με δυο κόρες. Ο άντρας είπε στους αστυνομικούς: “Βοηθήστε μας, έχω την οικογένεια μου μαζί”. Ορκίζομαι στο θεό, δεν έχω ξαναδεί στην ζωή μου άνθρωπο να τρώει τόσο ξύλο. Τον έριξαν κάτω και του πατούσαν το κεφάλι, τον κλοτσούσαν, τον χτυπούσαν με την λαβή του όπλου. Αυτό κράτησε μισή ώρα. Έπειτα άρχισαν να κλωτσάνε την γυναίκα. Ύστερα πήραν γυμνά καλώδια και τους χτυπούσαν μ’ αυτά. Ορκίζομαι, ήταν έλληνες αστυνομικοί. Τότε άρχισαν με μας. Μας χτυπούσαν τον έναν μετά τον άλλον μέχρι που ήρθαν τ’ αυτοκίνητα.

Η μαρτυρία είναι πρόσφατη και δημοσιεύθηκε στον καθημερινό ελληνικό τύπο. Πρόκειται για Σύρο πρόσφυγα, είναι ένας από τους 150 που “εξαφάνισε” η ελληνική αστυνομία στις 12 Νοεμβρίου 2013. Εκπρόσωποι οργανώσεων Μ.Κ.Ο. μίλησαν μαζί τους, όταν ήταν συλληφθέντες σ’ ελληνικό έδαφος, παρ’ όλα αυτά η αστυνομία, αρνείται ότι υπήρξαν ποτέ!!! Οι πρόσφυγες κρατούνταν σε περιοχή του Έβρου, φυσικά η ελληνική αστυνομία τους επαναπροώθησε στην Τουρκία, αλλά όταν ρωτήθηκε από οργανώσεις για την επανοπροώθηση δεν “ήξερε τίποτα”. Miracolo!!! 150 άνθρωποι διακτινίστηκαν… Ο μάρτυρας σε τηλεφωνική επικοινωνία από την Τουρκία, μεταξύ άλλων έδωσε την παραπάνω μαρτυρία.

Εκτός από τα κατά καιρούς ναυάγια και περιστατικά που αποκαλύπτονται περιοδικά, υπάρχουν κι άλλα που δεν έχουν γίνει γνωστά, έτσι μπορούμε να μιλήσουμε για χιλιάδες νεκρών, τα τελευταία 20 χρόνια στα σύνορα της ελλάδας.

Όλοι αυτοί οι κυνηγημένοι και βασανισμένοι άνθρωποι, χαρακτηρίζονται σαν «παράνομοι», είναι παρανομία η ανθρώπινη υπόσταση! Πνίγονται, πεθαίνουν χωρίς όνομα, χωρίς προσωπική ιστορία, χωρίς τίποτα. Αριθμοί σ’ έναν εγκληματικό παραλογισμό που δυστυχώς έχει γίνει κοινωνικά αποδεκτός, που τους θεωρεί παράνομους κι έτσι κατά κάποιο τρόπο, είναι «φυσικό» και να πεθαίνουν και να φυλακίζονται με μόνο έγκλημα την παράνομη ανθρώπινη υπόσταση τους, σ’ ένα κόσμο τόσο αντεστραμμένο, τόσο νοσηρό, που ειλικρινά δεν ξέρω μετά απ’ όλα αυτά, κατά πόσο μπορεί να ξεφύγει απ’ αυτή τη νοσηρότητα.

«Το έθνος είναι το αποτέλεσμα του κράτους και όχι η αιτία. Είναι το κράτος που δημιουργεί το έθνος και όχι το έθνος που δημιουργεί το κράτος… Το έθνος υπόκειται πάντα σε πολιτικές θεωρήσεις, βασισμένες σε συγκεκριμένους πολιτικούς λόγους πίσω από τους οποίους καλύπτονται πάντοτε τα συμφέροντα των προνομιούχων μειοψηφιών». —Ρούντολφ Ρόκερ

Το έθνος είναι λοιπόν εκείνο το κατασκευασμένο, το ψευδές ιδεολόγημα που ξεχωρίζει ανθρώπους, αναλόγως των συμφερόντων του κράτους. Είναι υπεύθυνο για την αποκοίμιση των μαζών, δίνοντας τους μια πλαστή ταυτότητα ώστε να μπορούν να σκοτώνουν ελεύθερα και περήφανα οτιδήποτε, τους υπαγορεύει σαν εχθρό. Στο όνομα του έθνους και της πατρίδας έχουν γίνει και γίνονται οι καταστροφικότεροι πόλεμοι στην ιστορία της ανθρωπότητας. Στην ψευδολογική του έθνους κατασκευάζονται τα σύνορα.

Τα σύνορα που επιχειρούν να διασχίσουν χιλιάδες άνθρωποι, που για το έθνος-κράτος θεωρούνται εχθροί και απειλή. Μετά από πρόσφατη ερώτηση (4 Σεπτέμβρη) βουλευτών του σύριζα, ο Δένδιας έδωσε στοιχεία για τα κέντρα κράτησης και τους χώρους που κρατούνται μετανάστες και πρόσφυγες, ανεξαρτήτως φύλου και ηλικίας. Αυτά τα στοιχεία δεν μπορούμε να τα λάβουμε σαν πραγματικά, αλλά δεν είμαστε και σε θέση να τα ψάξουμε επακριβώς γιατί δεν επιτρέπεται η είσοδος σε τέτοιους χώρους. Σύμφωνα μ’ αυτά, υπάρχουν σήμερα γύρω στους 10.357 κρατούμενους σε χώρους κράτησης, σε όλη την χώρα. Ο αριθμός αυτός όπως είπα είναι απλά ενδεικτικός, αλλά όχι πραγματικός, σίγουρα είναι μεγαλύτερος. Οι χώροι κράτησης αρχίζουν από τα υπόγεια των αστυνομικών τμημάτων, όπου είναι στην ουσία σταύλοι, βρώμικες αποθήκες, χωρίς ούτε παράθυρα κι εκεί βρίσκονται για πολλούς μήνες μετανάστες, κρατούμενοι και οι ξυλοδαρμοί μέχρι σοβαρών τραυματισμών από τους μπάτσους είναι σύνηθες φαινόμενο, ως τα στρατόπεδα κράτησης. Δεν τους επιτρέπονται τα επισκεπτήρια, παρά μόνο μετά από ειδικές άδειες και κατά περίσταση.

Το στρατόπεδο Κορίνθου είναι από τα πιο σκληρά κι άθλια. Κάποιες εξεγέρσεις που έχουν γίνει, έχουν κατασταλεί άγρια από τα ΜΑΤ. Στις 18 Νοεμβρίου του 2012 σε μια τέτοια εξέγερση, τραυματίστηκαν από τα ΜΑΤ τουλάχιστον 10 μετανάστες-κρατούμενοι. Τον Απρίλη του 2013 κι ενώ 65 κρατούμενοι ξεκινάνε απεργία πείνας διαμαρτυρόμενοι για την μακροχρόνια κράτηση τους, οι μπάτσοι ρίχνουν χημικά μέσα στους χώρους που κρατούνται και η καταστολή της διαμαρτυρίας είναι βίαιη. Πολλές απόπειρες αυτοκτονίας έχουν επιχειρηθεί σ’ αυτό το στρατόπεδο, στο μοναδικό στρατόπεδο κράτησης στην ελλάδα που ενώ δεν υπάρχει γιατρός ούτε για δείγμα, υπάρχει μια μόνιμη διμοιρία ΜΑΤ στο προαύλιο. Στο στρατόπεδο Κορίνθου που ο διοικητής του αποκαλεί τους κρατούμενους «αρουραίους». Σ’ αυτό το στρατόπεδο που για όποιον μπορεί να το επισκεφθεί η πρώτη εικόνα από τους κρατούμενους είναι πως όλοι είναι υποσιτισμένοι με αβιταμίνωση. Έλκη γύρω απ’ τα χείλη, πρησμένα ούλα, η σίτιση δεν περιλαμβάνει φρούτα και λαχανικά, αυτά απαγορεύονται, αδιευκρίνιστο γιατί, δεν υπάρχει καμιά σοβαρή δικαιολογία.

Όλοι οι κρατούμενοι, μα όλοι είναι άρρωστοι, οι περισσότεροι υποφέρουν από μεταδιδόμενα νοσήματα, ηπατίτιδες κλπ. Και η εξάπλωση τους κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες φτάνει την μορφή επιδημίας. Κατά δήλωση των υπευθύνων ο χώρος μπορεί να δεχθεί περίπου 800 άτομα, αλλά τον Απρίλη του 2013 κρατούνταν 2.000. Πρόκειται για κτίρια που το καθένα έχει ένα προαύλιο περιφραγμένο. Σ’ αυτά τα κτίρια δεν μπαίνει κανείς μέσα, παρά μόνο οι κρατούμενοι. Ακόμη κι οι κοινωνικοί λειτουργοί που υπάρχουν εκεί, δέχονται τους κρατούμενους στα γραφεία τους ή τους μιλάνε πίσω από τα συρματοπλέγματα. Κτίρια με σπασμένες τουαλέτες, χωρίς θέρμανση, με υδραυλικά χαλασμένα, σε κάποιες περιπτώσεις με σπασμένα τζάμια, χωρίς κάποια καθαριότητα, αφού στους κρατούμενους δεν παρέχονται τα απαραίτητα για την καθαριότητα, απαγορεύεται ακόμη και χαρτί υγείας να τους παρέχουν. Σ’ αυτή τη κατάσταση οι άνθρωποι αναγκάζονται να ζουν για πάνω από χρόνο.

Σ’ αυτό το καθεστώς οι άνθρωποι, αντιμετωπίζονται σαν θηρία και πρέπει να είναι πολύ δυνατοί σαν χαρακτήρες για να επιβιώσουν, μη ξέροντας αν και πότε θα ξεφύγουν από κει μέσα, μην ξέροντας τι θ’ απογίνουν ποια είναι η τύχη τους, ο δρόμος τους. Δεν έχουν όμως όλοι το ψυχικό σθένος, πολλοί έχουν μεγάλες ψυχολογικές διαταραχές κι οι συνθήκες τις επιδεινώνουν, τότε οι υπόλοιποι προσπαθούν να ανεχτούν την διαβίωση μ’ αυτούς, είναι κατ’ ανάγκη σύντροφοι σ’ αυτή την εξαθλίωση. Εκεί την ζωή τους την ελέγχουν και καθορίζουν άλλοι, σ’ αυτούς απαγορεύεται η επιλογή.

Πολλοί απ’ τους κρατούμενους είναι θύματα φρικτών βασανιστηρίων στις χώρες τους. Τσουβαλιάζονται σε μαζικές συλλήψεις στους δρόμους της Αθήνας και άλλων πόλεων χωρίς διάκριση. Μια κοινωνική λειτουργός στο κέντρο Κορίνθου, είχε μια χαρακτηριστική ιστορία να πει. Νεπαλέζος κρατούμενος βρισκόταν 4 μήνες στο στρατόπεδο και κανείς δεν είχε πάρει χαμπάρι πως είναι ανάπηρος, είχε κομμένο χέρι…

«Μια πράξη βίας, βασανιστήριο, βιασμός, είναι ένα συνεχές βασανιστήριο. Δεν είναι στιγμιαία πράξη. Δεν είναι στιγμιαία πράξη που ξεχνιέται. Το ατύχημά μας, ένα σπάσιμο, ένα κάταγμα που συνέβη έτσι στα ξαφνικά μπορεί να μην μας αφήσει τραύμα ψυχικό. Μια τέτοια ιστορία την οποία το λογικό σου δεν μπορεί να την αναλύσει και να την ξεπεράσει, δεν την περνάς ποτέ. Τα βασανιστήρια αν γίνουνε κάποτε, είναι κάτι που σε συνοδεύει σε όλη σου την ζωή. Δεν ξεχνιούνται.»

Αυτά τα λέει η Μαρία Πίνιου Καλλή, γιατρός κι υπεύθυνη για πολλά χρόνια του κέντρου αποκατάστασης θυμάτων βασανιστηρίων. Τα θύματα βασανιστηρίων πολλές φορές με την σύλληψη τους έχουν κακοποιηθεί και βασανιστεί από τις ελληνικές αρχές. Άλλες φορές έχουν ξεψυχήσει στα χέρια τους και δεν υπάρχει κανείς ούτε να τους αναζητήσει.

Ένας μεγάλος αριθμός προσφύγων και μεταναστών, δεν θέλει να παραμείνει στην ελλάδα, θέλει να φύγει να συνεχίσει το ταξίδι του. Με τη συνθήκη του Δουβλίνου 2 η χώρα εισόδου είναι υποχρεωμένη να εξετάσει την προσφυγή ασύλου. Έτσι παρεμποδίζεται το ταξίδι. Στην ελλάδα, όμως, η χορήγηση ασύλου είναι κάτι εξωπραγματικό και μια ολόκληρη βιομηχανία λειτουργεί πίσω απ’ την εικόνα. Από την εποχή που στις ουρές της Πέτρου Ράλλη οι μαφίες σε συνεργασία με τους υπεύθυνους των αρχών, χρεώνανε τις προνομιακές θέσεις για την υποβολή των δικαιολογητικών σε 800 ευρώ περίπου, ως και σήμερα που δημιουργήθηκαν οι επιτροπές ασύλου, παίζουν συνέχεια στις πλάτες των αιτούντων. Ακόμη και η πολυπόθητη ροζ κάρτα που δεν ήταν ούτε καν άδεια παραμονής αλλά έστω ένα νόμιμο έγγραφο, σε ενδεχόμενη σύλληψη στο δρόμο μπορούσε ο κάθε μπάτσος να τη σκίσει μπροστά σου και να ισχυρισθεί πως δε την είχες ποτέ.

Με την σύλληψη τους, ότι χρήματα έχουν πάνω τους τα κατάσχουν οι αρχές, μπάτσοι και υπεύθυνοι, στο στρατόπεδο τους αφήνουν μόνο 50 ευρώ να έχει ο καθένας πάνω του, αν έχει. Κάθε μέρα κάνει την είσοδο του ένα μικρό φορτηγάκι στο στρατόπεδο, το έχει κορίνθιος που κουβαλάει μπισκότα, σοκολάτες και τυποποιημένα τρόφιμα. Όποιος απ’ τους κρατούμενους έχει λεφτά, αγοράζει. Οι ίδιοι καταγγέλουν πως τα είδη είναι υπερτιμημένα και πολλές φορές δε τους δίνονται τα ρέστα απ’ την αγορά. Ποιός έχει δώσει, άραγε,άδεια στον Κορίνθιο ελληνάρα, που βρήκε αυτόν τον τρόπο πλουτισμού;

Δύο κέτερινγκ της Κορίνθου έχουν αναλάβει την σίτιση των κρατουμένων, αυτή τη σίτιση που ένα δείγμα της είναι μια πηχτή αηδιαστική κι εμετική σούπα και που αρκετές φορές οι κρατούμενοι δεν θέλουν να φάνε παρότι πεινάνε κι εξαναγκάζονται από τους φρουρούς, γιατί η άρνηση αυτή εκλαμβάνεται σαν απείθεια.

Μία κορινθιακή εταιρεία έχει αναλάβει την καθαριότητα, η δουλειά της περιορίζεται μόνο στο να μαζεύει τις σακούλες με τα σκουπίδια.

Ένα μεγάλο μέρος της κορινθιακής κοινωνίας επωφελείται οικονομικά από το στρατόπεδο. Τα ανθρωπιστικά αισθήματα της φτάνουν ως την τσέπη της… συμφέρει ο ρατσισμός κι η απομόνωση του κατασκευασμένου «εχθρού».

Οι ελληνάρες είναι ευτυχισμένοι, κλεισμένοι στο καβούκι του «έθνους» τους που τους επιτρέπει να βγάζουν όλα τα σκατόψυχα απωθημένα τους στους «κακούς που επιβουλεύονται τα συμφέροντα τους.» Ο χρυσαυγιτισμός, προυπήρχε στην ελλάδα και πριν την χ.α., ο ελληνικός λαός βαθιά ρατσιστικός, πατριδολάγνος, πάντα προτιμούσε την ημιμάθεια κι όλον αυτόν τον αχταρμά της υποκουλτούρας. Τσιφτετέλια, φουστανέλα και αρχαίοι έλληνες, στη θέα της γαλανόλευκης σημαίας. Στα γήπεδα η εθνική υπερηφάνεια ν’ αναστενάζει, στις παρελάσεις με καμάρι, στο κυνήγι του “άλλου”, των τσιγγάνων, των ομοφυλλόφυλων, των οροθετικών, στην macho κουλτούρα του βιασμού που θεωρούν τις γυναίκες εργαλείο ανακούφισης, στο κυνήγι των μεταναστών με όποιο τρόπο μπορούν, από τα άγρια βλέματα ως τις ληστείες, τους ξυλοδαρμούς και το έγκλημα. Πως λοιπόν να πέσει το βλέμα τους σ’ αυτή την κόλαση που ζουν οι πρόσφυγες και οι μετανάστες; Με τι αξίες; Αυτός είναι ο κανόνας στην ελληνική πραγματικότητα και όσοι ξεφεύγουν απ’ αυτόν διώκονται, βασανίζονται, τραβιούνται σε δικαστήρια και φυλακές. Ο φασισμός, ο ρατσισμός είναι τρόπος ζωής που ενώνει την ελληνική κοινωνία. Αυτό που θα έπρεπε όμως να γνωρίζουν και να καταλάβουν καλά, οι φανατικοί έλληνες, είναι πως εντελώς τυχαία δεν είναι στη θέση των θυμάτων τους.

Κατέβασε το pdf εδώ.

300 απεργοί πείνας, ένα κόμμα, κάμποσοι γιατροί και ένας μπάτσος

Τον Μάρτιο του 2011, οπότε και τελειωνει η απεργία πείνας των 300 μεταναστών χωρίς χαρτιά, γεννιέται η ιδέα από υγειονομικούς που βρέθηκαν στο εργατικό κέντρο θεσσαλονίκης (όπου στεγάζονταν οι απεργοί πείνας) και σε κάποια νοσοκομεία της πόλης και κατόπιν προχωρά η πράξη ενος κοινωνικού ιατρείου αλληλεγύης στην Θεσσαλονίκη. Το εγχείρημα, με αφορμή αλλά και λόγω της απεργίας πείνας, και ως ΣΥΝΕΧΕΙΑ της απεργιας πείνας1, έδωσε δυνητικά την προοπτική χτισίματος μιας μόνιμης αντιρατσιστικής δομής, γι’ αυτό έχει σημασία για μας να παρακολουθήσει κανείς/καμιά την συνέχεια … Και γράφουμε ‘δυνητικά’, γιατί αγώνες και εγχειρήματα χωρίς σαφές αντι-ρατσιστικό πρόταγμα μπορούν κατόπιν, ανάλογα με τους συμμετέχοντες, να παίρνουν διαφορετικές – ακόμη και αντίθετες απο την αρχική – κατευθύνσεις. Και έτσι δυστυχώς κατέληξε και το συγκεκριμμένο εγχείρημα το οποίο, αν και ξεκινά μέσα απο μια απεργία πείνας μεταναστών, καταλήγει σήμερα να πλασάρει απόλυτα την πολιτική του “εθνικού δράματος”.

Αλλά έχει ενδιαφέρον να προβληματιστούμε πάνω στην “πολιτική στροφή” του ΚΙΑ Θεσσαλονίκης. Τί συνέβη εντός του και εκτός του, που οδήγησε σε αυτη την “στροφή”; Αφενός, την τελευταία 2ετία σημειώνεται μια σαφέστερη πατριωτική στροφή που διαπερνά όλη την ελληνική αριστερά, στροφή η οποία εν πολλοίς οδήγησε και πλήθος εθελοντών στην πόρτα του ΚΙΑ Θεσσαλονίκης, λίγο καιρό μετά το άνοιγμα του2. Γιατί ‘πατριωτική στροφή’; Γιατί πλήθος κόσμου κινητοποιήθηκε από την “φτωχοποίηση του λαού του”, με τρόπο ανάλογο μάλιστα με αυτόν που πλασάρεται σήμερα η “κοινωνική αφυπνιση”: αφορώντας δηλαδή αποκλειστικά στο ‘δραμα των ελληνων’ (μιας και για τους μετανάστες το μπανάλ δράμα τους παίζεται εδώ και 20 χρόνια τουλάχιστον). Έτσι, το βάθεμα της “εθνικής κρίσης” και το ξύπνημα του φιλότιμου του ελληνικού λαού, που τρέχει να προσφέρει εθελοντικά την βοήθεια του συμπάσχοντα με τον έλληνα γείτονα είναι ένα στοιχείο που αλλάζει και το “χαρμάνι” του ΚΙΑ.

Άλλο που δεν θέλει και η «κυβερνώσα αριστερά» που κυνηγάει να διατηρησει το 27% . Η ανέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ από κόμμα του 4% σε αξιωματική αντιπολίτευση του 27% είναι ακόμη ένα στοιχείο που βοηθάει στη μετάλλαξη του ΚΙΑ Θεσσαλονίκης, καθώς αυτό πλαισιώνεται εξαρχής και από συνδικαλιστές γιατρούς του ΣΥΡΙΖΑ3 αλλά και μια πληθώρα εθελοντών – πέραν πολιτικής καριέρας – “ευαίσθητων” αριστερών και άλλων ρατσιστών ελλήνων, αλλά και ενός εθελοντή-μπάτσου για κερασάκι στην τούρτα. Το ΚΙΑ Θεσσαλονίκης από δομή υγείας μετά την απεργία πείνας εξελίσσεται σε βόθρο όπου είναι σύνηθες πια να ακούς κανέναν να λέει ότι “οι αφρικανοί μεταναστες εκτοξευουν μικροβια”, άλλους να δηλώνουν ρητά την δυσφορία τους απέναντι σε ρομά ασθενείς στους διαδρόμους του ΚΙΑ κι άλλους να υιοθετούν ρατσιστικές συμπεριφορές απέναντι σε μετανάστες, χώρια τα σχόλια τύπου “έλα μωρέ, έτσι κάνουν αυτοί οι αφρικανοί, είναι πονηροί”.

Αλλά ας τα δούμε ένα-ένα: από το τέλος προς την αρχή το θέμα της παρουσίας μπάτσου (ενός ή παραπάνω) δεν είναι ποσοτικό, ειναι ποιοτικό. Σε ένα πρώτο επίπεδο σήμαινε έλλειψη ασφάλειας για τους μετανάστες χωρίς χαρτιά, πράγμα για το οποίο δεν τους καιγόταν καρφί, και σε ένα δεύτερο επίπεδο σήμαινε μία «επιλογή» – το «όλοι οι καλοί χωράνε» και το «εδώ δουλεύουμε μια εθνική συστράτευση» για την αντιμετώπιση της «εθνικής κρίσης». Εξάλλου, η παρουσία του μπάτσου σύναδε με τις προσπάθειες του ΣΥΡΙΖΑ για συνδικαλισμό στα σώματα ασφαλείας της ΕΛ.ΑΣ. όσο και τον περιβόητο εκδημοκρατισμό της ΕΛ.ΑΣ.(πηγαινοερχόταν τότε ο Τσίπρας στα διάφορα σωματεία μπάτσων). Αλλά σήμαινε τέλος και την επικύρωση της διάκρισης ανάμεσα στο ελληνόψυχο πλήθος από την μια – ως εθελοντές και ως συμμετέχοντες ασθενείς αλλά και ως πιθανούς ψηφοφόρους – και τους μετανάστες από την άλλη – ως αντικείμενο (μιας και δεν έχουν δικαίωμα ψήφου) της πολιτικής των κομμάτων και του ξεπλύματος μιας συνείδησης «φιλανθρώπων». Εξού και το «οι μετανάστες μας έχουν ανάγκη» που έλεγε εντος του ΚΙΑ συνδικαλιστής του ΣΥΡΙΖΑ4.

Αυτά γινόντουσαν πριν από ένα χρόνο. Και φτάνουμε στο σήμερα, για να παρακολουθησουμε τον δημόσιο λόγο του ΚΙΑ Θεσσαλονίκης, όπως μας τον παρουσίασε το ίδιο, τον Οκτωβρη του 2013 (τόσο σε συνεντευξη τύπου, όσο και σε παρεμβάσεις του) όπου πια εορτάζεται το παραπάνω σκεπτικό:

Υπερτονισμός στο γνωστό “δράμα των ελλήνων” που χάνουν την ασφάλιση τους και “πετιούνται” από τα νοσοκομεία, συνεχείς αναφορές στην αύξηση του ποσοστού των προσερχόμενων ελλήνων στο ΚΙΑ (άρα μειωση των μεταναστών;) και όλο και συχνότερες αναφορές σε 3 εκατομμύρια ανασφάλιστους εργαζόμενους, για να περάσουμε στο ζουμί της πολιτικης του: την συνειδητή επιλογή και ανάπτυξη ενός πατριωτικού, λαϊκίστικου δημόσιου λόγου βασισμένου σε μια συνεχή αναφορά περί προσφυγής στην δικαιοσύνη για αντισυνταγματικότητα του υπουργείου υγείας βάσει του κορυφαίου επιχειρήματος ότι:

“σύμφωνα με το άρθρο 5 του Συντάγματος είναι δικαίωμα των Ελλήνων να έχουν πρόσβαση στην Υγεία… Ειναι δηλαδή και αντισυνταγματικό να μένουν έξω από το νοσοκομείο”5

Εύλογα ίσως διερωτηθεί κάποιος/κάποια: και αν είναι δικαίωμα των ελλήνων, τι γίνεται με τους μη-έλληνες; Μήπως δεν γνωρίζουν οι του ΚΙΑ ότι με ένα τέτοιο ακριβώς επιχείρημα, δηλαδή βάσει άρθρων του συντάγματος, και με μια βιολογίστικη επιχειρηματολογία μόλις πρόσφατα το ΣτΕ απέρριψε δικαιώματα στους μετανάστες;

Επιπλέον, η συνεχής αναφορά στα «3 εκατομμύρια ανασφάλιστους» που φυσικά αφορά μόνο τον αριθμό των ελλήνων ανασφάλιστων, τι υπονοεί; Ότι δεν υπάρχουν μετανάστες ανασφάλιστοι ή μήπως, για να πονηρέψουμε, ότι ακόμα και επί μιας «κυβερνώσας αριστεράς» το νούμερο των ανασφάλιστων που θα υπολογίζεται θα συνεχίσει να είναι αυτό των τριών εκατομμυρίων; Για όσους εκπίπιτουν του ελληνικού γένους, οι αριθμοί και η αναφορά περιττεύουν… όπως και οι ίδιοι εξάλλου.

Πέραν τούτου, οι συνεχείς αναφορές στους γενικά κι αόριστα “ανασφαλιστους”6 κρύβει και την απροθυμία του ΚΙΑ Θεσσαλονίκης – ή να πούμε την εθνική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ; – να ασχοληθεί με την πολιτική του ρατσισμού εντός των νοσοκομείων7, ένα ζήτημα που προφανώς δεν ενδιαφέρει αφενός την ατζέντα του ΣΥΡΙΖΑ και αφετέρου την «γαλανόλευκη φιλανθρωπία» των εθελοντών. Στην τελική (και πάει γάντι με το σκεπτικό των συμμετεχόντων στο ΚΙΑ θεσσαλονίκης) πολύ καλά το δήλωσε και η γνωστή αριστερή πατριώτισσα Σώτη Τριανταφύλλου στην athens voice (10/2013): φτάνει πια με την «αδιάκριτη αλλοφιλία»!

Δεύτερον, το ότι το ΚΙΑ κοπαναέι συνεχώς το νούμερο των τριών εκατομμυρίων ανασφάλιστων προδίδει το μυαλό των πολιτικών του οργανωτών. Σκοπεύουν μάλλον να διατηρήσουν το παράνομο στάτους εργασίας για τους μετανάστες στην ελλάδα. Έτσι, θυμίζουν βέβαια ευτυχώς, σε όποιον τυχόν το ξέχασε, ότι μπορεί οι κυβερνήσεις να είναι δεξιές ή αριστερές αλλά το κράτος είναι ένα, είναι ελληνικό και η στάση του απέναντι στους ξένους δεν αλλάζει βάσει ευαισθησιών αλλά προσανατολίζεται βάσει στρατηγικών συμφερόντων.

Τρίτον, η απροθυμία απέναντι σε μετανάστες είναι πια τόσο εξόφθαλμη σε επίπεδο αριστερής πολιτικής που το ΚΙΑ και τα διάφορα ΚΙΑ δεν μπορούν να κρυφτούν: οι προσπάθειες που δεν έγιναν στην προσέγγιση των μεταναστών και με σκοπό την εξασφάλιση της πρόσβασής τους στην αυτοοργανωμένη αυτή κάποτε δομή υγείας ήταν εκκωφαντικά απούσες. Πέρα από μια πολύγλωσση αφίσα με την έναρξη της λειτουργίας του ΚΙΑ Θεσσαλονίκης και την προφορική ενημέρωση σε στέκια, καμιά άλλη προσπάθεια δεν έγινε να πλησιάσουν οι μετανάστες την εν λόγω δομή. Ίσα-ίσα, άνθισαν οι ρατσιστικές συμπεριφορές που έδιωξαν πολλούς ενώ οι υπόλοιποι απλά σπρώχτηκαν στο περιθώριο από τα υποτιθέμενα «πραγματικά θύματα»: τους έλληνες. Γι’ αυτό και στην τελευταία συνέντευξη τύπου του ΚΙΑ αναφέρεται ότι 7 στους 10 ασθενείς είναι πλέον έλληνες (ενώ τον προηγούμενο χρόνο οι έλληνες ασθενείς αποτελούσαν 45-55%, πλέον αποτελούν το 70%). Και να ‘σου τα δημοσιεύματα «Ξεπέρασαν τους μετανάστες οι ανασφάλιστοι έλληνες που πήγαν στο ΚΙΑ» και να ‘σου τα άρθρα «Ασθενείς της διπλανής πόρτας χτυπούν την πόρτα του ΚΙΑ». Δύο τινά μπορεί να υπάρχουν σε σχέση, βέβαια, με αυτή την αλλαγή ποσοστών και μάλλον κανένα δεν αφορά στο ότι εξαθλιώθηκαν οι έλληνες περισσότερο από τους μετανάστες στην ελλάδα. Ή μέχρι πέρσι κάποιοι γιατροί του ΚΙΑ με ‘αδιάκριτη αλλοφιλία’ τρόμαζαν τους έλληνες και δεν έρχονταν – πράγμα που θα χαιρόμασταν αν συνέβαινε βέβαια – ή το ΚΙΑ, κατ’ επιταγήν των πολιτικών του αφεντικών, πραγμάτωσε επιτέλους τον στόχο του να ασχοληθεί με έλληνες ψηφοφόρους ασθενείς, αδιαφορώντας για τους μετανάστες που και χαρτιά δεν έχουν και την γλώσσα δεν ξέρουν και πρόσβαση στα νοσοκομεία και στην ενημέρωση για την υγεία δεν έχουν και δεν ψηφίζουν και τους μπάτσους φοβούνται και, στην τελική, δέχονται ρατσισμό και από εθελοντές του ΚΙΑ.

Η εμπειρικά επιβεβαιωμένη μπρεχτική προφητεία πως αν δεν αντιδράσεις τώρα για άλλους κάποτε θα έρθει και η σειρά σου γίνεται κουρέλι στα στόματα τους. Οι μετανάστες, οι τοξικομανείς, οι πόρνες, οι ψυχικά ασθενείς και όλοι όσοι αποτελούν αντικείμενο κρατικής πληθυσμιακής διαχείρισης μάλλον θα πρέπει να ποντάρουν χοντρά στα δικά τους πόδια γιατί οι ιθύνοντες της αριστερής φιλανθρωπίας φαίνεται μάλλον πως γυρεύουν να κουμαντάρουν αριστερά στρατόπεδα κράτησης, όπως κι αν τα μετονομάσουν για να κοιμούνται ήσυχοι οι ψηφοφόροι τους. Το στενάχωρο της χάλκευσης μιας δομής αγώνα που ξεκίνησε σαν επιστέγασμα του δυναμικότερου και πλέον ριζοσπαστικού αγώνα εργαζομένων και ανασφάλιστων της τελευταίας δεκαετίας, που διόλου τυχαία ήταν και οι 300 απ’ αυτούς μετανάστες, ισορροπεί συναισθηματικά μόνον με το ότι καθώς τελειώνει ένα εγχείρημα σημαντικά συμπεράσματα οφείλουν να έρθουν εν είδει απολογισμού.

 

από ένα πρώην μέλος του ΚΙΑ Θεσσαλονίκης

 

κατεβάσε το κείμενο σε pdf εδώ.

 

Σημειώσεις


1. Για εμάς, ως αλληλλέγγυοι/ες των απεργών πείνας, η συνεργασία με τους απεργούς και κάποιους/ες αλληλλέγγυους/ες, ανέδειξε σχέσεις εμπιστοσύνης και συνέπειας. Μιας
συνεργασίας που θα μπορούσε να συνεχίσει σε πιο μόνιμη βάση και να αφήσει πίσω της κάτι στέρεο, θεμελιωμένο στον σημαντικό αγώνα των 300. Συνεργασία με μετανάστες και
μη, μακριά από τους επαγγελματίες της διαμεσολάβησης, που υποτιμήθηκαν δυστυχώς ως απλώς “άτομα”. Η προοπτική είναι ακόμη μπροστά μας για αυτό που ονειρευτήκαμε:
για μια φροντίδα υγείας και μια ισότιμη/ανθρώπινη αντιμετώπιση αυτών που δεν έχουν το χρώμα, την γλώσσα, τον φαινότυπο, “τις άκρες”και τα χαρτιά των “3.000.000
ανασφάλιστων” ελλήνων.
2. Στην αρχή του εγχειρήματος υπήρχαν 15-20 άτομα και σε λιγότερο από ένα χρόνο αυξήθηκαν σε πάνω από 100.
3. Συνδικαλιστές και κομματόσκυλα δεν είναι σπάνιος συνδυασμός οπότε λογικό, θα πει κανείς/καμιά, να κατεβαίνουν κάθε τόσο για τα εσωτερικά όργανα του κόμματος. Αλλά να
εξελίσσεσαι από άσημος συνδικαλιστής σε μέλος της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ μετά την ενασχόλησή σου με το κοινωνικό ιατρείο ε σου τη δίνει στα νεύρα …
4. Δείτε την μπροσούρα κριτικής “οι συλλογικότητες, η ανάδυση του κυριαρχικού λόγου και η δύση της συντροφικότητας: η επανάληψη της ιστορίας. Ενα παραδειγμα: το κοινωνικο ιατρείο αλληλεγγύης Θεσσαλονίκης”, Απρίλιος 2013.
https://docs.google.com/file/d/0B0Ss0qYKvtmITHU5WVR3dFRkUkU/edit?pli=1
5. Παρέμβαση προς την Διοίκηση του Ιπποκράτειου νοσοκομείου της Θεσσαλονίκης τον Όκτωβρη του 2013:
http://www.alterthess.gr/content/paremvasi-toy-koinonikoy-iatreioy-allileggyis-sto-nosokomeio-ippokrateio

6. Ενώ κι η “θυγατρική” του ΚΙΑ στην Θέρμη δεν κάνει καν λόγο για μετανάστες, παρά μόνο “γενικα” για ανασφάλιστους.
7. Οι ιστορίες καθημερινού ρατσισμού στα νοσοκομεία δεν χωράνε να γραφούν ούτε σε χίλιες σελίδες. Από τον σεκιουριτά στην πόρτα των επειγόντων, που “διαλέγει” βάσει χρώματος ποιός θα εξετασθεί, τον νοσοκόμο που σχολιάζει ότι πληρώνει με τους φόρους του την νοσηλεία αυτών των “βρωμιάρηδων” ή τον γιατρό που έχει «αγανακτήσει» – μάλλον θα ανήκει στους γνωστούς αγανακτισμένους – από την πληθώρα των τσιγγάννων και των συγγενών που τους συμπαραστέκονται στην αρρώστια τους, από τον τραυματοφορέα που κάνει το καθηκον του με το ζόρι αν προκειται για κάποιον “ξενο” αλλά με πολύ ζήλο αν πρόκειται για τον γείτονά του ή για τον μπατζανάκη του Ψωμιάδη, από όλους αυτούς μαζί όταν μπαίνει στο εξεταστήριο γυναίκα μετανάστρια και εν χορώ ξεδιπλώνουν τον σεξιστικο- ρατσιστικό οχετό τους, από τις απειλές ώς την πράξη του να καλέσει ενας φασίστας διευθυντής κλινικής τους μπάτσους για απέλαση – τίποτε από αυτά δεν φαίνεται να είναι στην ατζέντα του ΚΙΑ Θεσσαλονικης. Από την άλλη, αναγνωρίζονται ατομικές προσπάθειες ανθρώπων που δουλεύουν στα νοσοκομεία και με την στάση τους αντιστέκονται και συγκρούονται με φασίστες συναδέλφους τους, αλλά είναι μεμονωμένες…

 

 

 

Συνέντευξη με te pavarurit, bonus track και Dtaeys

Τον Ιούνιο του 2013 τους είδαμε να παίζουν στο «Don’t Call me Greek!» στην ΑΣΟΕΕ, στη συναυλία που διοργάνωσε το Antifa Negative και υποστήριξαν αυτόνομοι αντιφασιστικοί πυρήνες της πόλης. Ήταν καλεσμένοι εκεί ως περήφανοι εκπρόσωποι του πολιτικοποιημένου και αντιφασιστικού χιπ χοπ της Αθήνας σε μια νύχτα που ήταν αφιερωμένη στην 2η γενιά μεταναστών στην ελλάδα. Τώρα ξαναβρήκαμε κάποιους απ’ αυτούς και τους μιλήσαμε για τη φάση τους, το underground hip hop, τον ρατσισμό στην ελλάδα και την δολοφονία του αντιφασίστα ράπερ Παύλου Φύσσα τον περασμένο Σεπτέμβρη.

0151 – Πείτε δυο λόγια για πότε ξεκινήσατε, περίπου ποια είναι η φάση σας, η προσωπική και της μπάντας, εντός κι εκτός hit & rap.

Jovi (από Te Pavarurit): Ήταν το ‘96. Ήμασταν στην πλατεία του Αγίου Θωμά. Έχω έναν ξάδελφο που πιο πριν στην Αλβανία έγραφε στίχους και λέγαμε να κάνουμε ένα συγκρότημα techno rap όπως ήταν τότε ο dj Bobo. Και είμαι με τον αδερφό μου μια μέρα στον Άγιο Θωμά και έρχεται ένας τύπος καραφλος με παντελόνια φαρδιά και λέει «Παιδιά, μήπως ξέρετε τον Ρομ?» Ρομ ήταν ο ξάδερφος μου. «Θέλω να κάνω ένα συγκρότημα hip hop, έμαθα ότι γράφει στίχους αυτός, εγώ κάνω μουσική». Κάπως έτσι ξεκινήσαμε, βέβαια με 4-5 μουσικές από το ίντερνετ. Μαζέψαμε λεφτά και πήραμε ένα sampler και δεν ξέραμε να το δουλεύουμε! Το παιδί ο J Killah προσπαθούσε μόνος του, δεν πήγαινε ούτε δουλειά για να μάθει το sampler. Και ήξερε τον Τάκι Τσαν τότε. Και σκάει μια μέρα σπίτι και του λέει «Τι κάνεις εκεί;». Είχε το sampler ένα κουμπί για να κάνει το beat και το πάταγε συνεχόμενα. Αυτό αν το πατήσεις μερικές φορές επαναλαμβάνεται και δεν έβγαινε η μουσική στο ρυθμό, κάπου χανότανε γιατί έμπαινε χέρι. Δεν ξέραμε! Δεν ξέραμε τίποτα αλλά γουστάραμε πολύ! Και έτσι ξεκινήσαμε. Βγάλαμε το πρώτο cd. Σαν Hijet. Το πρώτο αλβανικό χιπ χοπ, το ’97. Αλλά πιστεύω κατά την γνώμη μου είναι τα καλύτερα τραγούδια, οι καλύτερες ρίμες. Τελικά, ο ξάδερφος πήγε Αγγλία, ο J Killah πήγε Γαλλία. Μετά με τον αδερφό μου κι έναν ακόμα που είναι Αλβανία τώρα, φτιάξαμε το συγκρότημα Te Pavarurit. Και μετά από κάποιο καιρό και κάποια ακόμα παιδιά. Και ήρθε κι ο Ivi το 2010.

Ivi (από Te Pavarurit): Εγώ από το 2000 είχα αρχίσει να γράφω στίχους και ψαχνόμουνα τότε. Ήθελα να ηχογραφήσω κάποιο κομμάτι αλλά δεν είχα άκρες. Δεν ήξερα πολλούς. Απλά γούσταρα πολύ. Άκουγα πολύ χιπ χοπ από παλιά και ήθελα να γράψω και να ηχογραφήσω κάνα κομμάτι. Γνωρίζω τον Buizy που ήτανε τότε στους Te Mire & Te Keqinj και με πάει εκεί στο στούντιο. Με βοήθησε και βγάζω το πρώτο κομμάτι. Το 2003 φεύγω, πάω Αλβανία και προσπαθούσα εκεί να κάνω κάτι. Αλλά δύσκολο για μένα. Το πάλευα όμως και με κάτι άλλα παιδιά είχαμε κάνει ένα στούντιο και προσπαθούσαμε… Μετά, στα τέλη του 2003 γνωρίζω και τον Jovi και τους άλλους από Te Pavarurit και εμείς τότε είχαμε ένα crew, το comi crew και κατέβαινα από Αλβανία. Κάναμε ηχογραφήσεις εδώ στην Αθήνα, εγώ κατέβαινα από Αλβανία και φτιάχναμε κομμάτια όλοι μαζί. Μετά, όταν επέστρεψα το 2008 στην Αθήνα είχα κόψει λίγο. Δεν είχα κάνει τίποτα εκείνη την περίοδο και συνέχιζα με τον Jovi την φιλία. Και όταν αποχώρησε ένας από το crew, λέω στον Jovi να το συνεχίσουμε εμείς με τον Psycho. Κι απ’ το 2010 συνεχίζουμε πιο δυνατά, με πιο πολιτικοποιημένο στίχο. Και βγάλαμε ένα το underground mixtape. Έβγαλα κι ένα ακόμα μόνος μου με συμμετοχές από τα παιδιά και με άλλους. Και μετά έκατσε η φάση με την hit n’ rap που πήγαινα και βοηθούσα στα live και φιλικά ήξερα τα παιδιά. Και μπήκαμε και στην hit ’n’ rap μετά κανονικά.

Ibo (από BONUS TRACK): Εγώ από το 2001 ασχολούμαι με μουσική. Βρεθήκαμε με τον Kaz το 2001 και κάναμε τα πρώτα μας βήματα αλλά σαν bonus track από το 2004 και πέρα είμαστε ενεργοί στο χώρο και με hit & rap και τέτοια. H hit & rap τόσα χρόνια που είμαι μέλος και ξέρω δυο πράγματα, μπούχτισε από την ελληνική βιομηχανία και ήθελε να εκφραστεί αλλιώς. Δηλαδή μπούχτισε με όλο το φασισμό που λέγανε τραγούδια για την υπερήφανη Ελλάδα, ξέρω ‘γω, και θέλανε απλά να κάνουνε κάτι άλλο δικό τους πέρα από τα πρότυπα που υπήρχαν τότε, κι έτσι δημιουργήθηκε αυτή η ομάδα για την οποία είμαι πολύ περήφανος που είμαι μέλος, γιατί ιδεολογικά είμαστε όλοι σε ένα σημείο, έχουμε τα ίδια πιστεύω, μας αρέσει η ελεύθερη έκφραση. Και δεν είμαστε καριερίστες αλλά πάντα κάνουμε πράγματα για τους άλλους, όπου μας καλούνε για οικονομική ενίσχυση, για αλληλεγγύη…

Dtaeys: Εγώ πολύ πιο πριν με τον Μανώλη τότε το 2003, ήμουνα σε ένα άλλο σχήμα, πιτσιρικάδες τότε, γυμνάσιο ήμασταν, τελείως διαφορετική φάση, αλητεία και τα κλασσικά για πιτσιρίκια… Και μετά το 2006-2007 ενταχθήκαμε και ‘μείς σαν productive στο hit & rap και αυτό ήταν ένα ερέθισμα για μένα για να ακολουθήσω αυτόν τον δρόμο. Εντάξει, αυτή τη στιγμή δεν εκπροσωπούμε το hit & rap εννοείται. Απλά είμαστε μέλη της hit & rap, εγώ ήμουνα στους productive και πλέον είμαι και μόνος ως Dtaeys. Η hit & rap σαν σχήμα ξεκίνησε το 2001-2002 στην πανεπιστημιούπολη στις ελεύθερες ραδιοζώνες (98fm). Ήταν κάποια συγκροτήματα τότε και γενικώς σύντροφοι οι οποίοι είχανε σκεφτεί κάτι παραπάνω γι’ αυτό, και έγινε μετά το 2003 η πρώτη συναυλία ως hit & rap πάνω στο Στρέφη και τώρα 10 χρόνια ακριβώς μετά είναι αυτό το live που κάναμε τώρα (νοέμβρης 2013).

0151 – Παρένθεση. Και γιατί Dtaeys ;

Dtaeys: Καταρχάς αυτό έχει ένα story. Το είχα σκεφτεί από τότε και ήτανε το κλασσικό ως πιτσιρικάς που θέλεις να διαφέρεις, αλλά μετά από πολλές σκέψεις… είναι don’ t trust anyone except yourself , μην εμπιστεύεσαι κανέναν πέρα από τον εαυτό σου, δηλαδή, αλλά δεν είναι τόσο μηδενιστικό όσο ακούγεται. Εγώ πιστεύω ότι για να αρχίσεις να εμπιστεύεσαι τους άλλους πρέπει να τα ‘χεις καλά με τον εαυτό σου.

0151 – Εγώ υποψιάστηκα όταν τo άκουσα όχι κάτι μηδενιστικό αλλά ότι έχει σχέση με αυτό που έμαθα μετά, ότι πολλοί από σας είναι αυτό που λέμε «δεύτερη γενιά μεταναστών» και το όνομα έχει να κάνει και με τους όρους επιβίωσης στην ελληνική κοινωνία.

Dtaeys: Έχει βάση και ναι εννοείται είναι και για αυτό αλλά τότε ειδικά όταν ήμασταν πιο μικροί ήταν και πολύ πιο έντονο. Και το ότι κάναμε rap και ήμασταν «οι διαφορετικοί»… Εγώ ήμουνα και σε ένα σχολείο ψηλά στα Εξάρχεια που ήμασταν οι περισσότεροι Αλβανοί μέσα στην τάξη και υπήρχε κάποιο θέμα. Η παιδική χαρά που αράζαμε συνέχεια, «παιδική των Αλβανών» λεγόταν.

Ibo: Στην αρχή όλα αυτά γιατί τώρα είναι για τους Πακιστανούς έτσι. Καταλαβαίνεις, στην αρχή οι Αλβανοί, μετά οι Πακιστανοί, μετά οι αριστεροί, θα μας πάρει όλους η μπάλα κάποτε. Εμείς τραβήξαμε το λούκι στις αρχές, τώρα είναι η σειρά των άλλων, θα δείξει μετά για ποιόν θα είναι. Ξέρεις πως είναι.

0151 – Ναι, κάτι έχω ακούσει. Έχω ακούσει επίσης και το «Ώρες ώρες με μισώ».

Ibo: Είναι το αγαπημένο μου κομμάτι να σου πω την αλήθεια. Κάθε φορά που είμαι χάλια το ακούω αυτό το κομμάτι και με εκφράζει. Σαν Bonus Track, ο Kaz είναι ο bonus και εγώ, ο Ibo, είμαι ο track. Το Ibo μου το έβγαλε σαν ψευδώνυμο ο κολλητός μου στο Λύκειο που ακόμα κάνω παρέα και ήταν ο πρώτος έλληνας που έκανα παρέα στη Γκράβα. Και του Kaz παρόμοια είναι η ιστορία.

Dtaeys: Πάλι καλά που δε σε είπανε Γιώργο… (γέλια)

Ibo: Δίνει πολύ συναίσθημα κατά τη γνώμη μου. Ώρες ώρες με μισώ γιατί νιώθω νεκρός…. Πιές κι άκου το και θα καταλάβεις. Τι να σου πω δηλαδή. Όλα τα κομμάτια μας τα έχουμε γράψει επειδή ήταν μια κατάσταση της ζωής μας έτσι. Αυτό γράφτηκε πριν 2 χρόνια περίπου. Ήταν και λίγο περίεργα τα πράγματα τότε, λίγο ανεργία, λίγο αυτή η σαπίλα με την κρίση…. Και σαν νέα παιδιά έχουμε πολλά όνειρα όλοι, αλλά δεν μας αφήνουν να αναπνεύσουμε. Άμα ήταν λυμένο το βιοποριστικό θα κάναμε περισσότερα πράγματα. Δουλεύουμε 10 και 12 ώρες αλλά στον ελεύθερό μας χρόνο δεν αράζουμε για καφέδες ή να τσατάρουμε. Θα βρεθούμε με την παρέα να κάνουμε διάφορες κινήσεις.

0151 – Έχω μερικούς στίχους για τον καθένα όμως: «όσο ο ρατσισμός κάτι άλλο δε με θλίβει πιο πολύ, έχοντας νιώσει ρατσισμό σου μένει μέσα στο πετσί, αν δεν το ζήσεις δεν μπορείς να καταλάβεις ακριβώς» αλλά και το άλλο … «η τιμή του Γολγοθά ανήκει μόνο στους γονείς μου».

Dtaeys: Εννοείται ότι έχοντας ζήσει ως μετανάστης το νιώθεις πολύ πιο έντονα, όπως και κάθε κατάσταση, εξάλλου, αν δεν την έχεις βιώσει ο ίδιος δεν μπορείς να ξέρεις ακριβώς πως είναι. Γι’ αυτό και εγώ προσωπικά είμαι πολύ πιο ανεκτικός στη διαφορετικότητα. Γι’ αυτό πιστεύω ότι όπου κι αν γεννιόμουν δεν θα είχα απόψεις ρατσιστών. Και δεν τις καταλαβαίνω κιόλας. Γιατί έχω ζήσει κάτι τέτοιες καταστάσεις, αλλά και πάλι η λογική μου δε μπορεί να θέσει σε κάποια πλαίσια πως σκέφτονται όλοι αυτοί που είναι ρατσιστές.

0151 – Εμένα μου άρεσε ότι με το hip hop δίνεται και άμεσα όλο αυτό. Είναι ένα πακέτο νοήματος μέσα σε ένα κομμάτι….

Dtaeys: Ε ναι, επειδή μιλάει για μένα, «Λίγο απ’ το μυαλό μου» λέγεται, αν και είναι πολύ απ’ το μυαλό μου (γέλια), αλλά είναι το πώς το βλέπω εγώ αυτό το θέμα και πως το έχω ζήσει. Και γενικά νομίζω ότι κάτι τέτοιο μέσα από το hip hop μπορείς να το εκφράσεις πολύ καλύτερα γιατί οι ρίζες του hip hop είναι τέτοιες. Δημιουργήθηκε, δηλαδή, ως τρόπος αντίδρασης των μαύρων στους λευκούς στην Αμερική, ως αντίδραση των Αφροαμερικανών, δηλαδή. Και το άλλο που λέω για τους γονείς μου, «η τιμή του Γολγοθά ανήκει μόνο στους γονείς μου», εννοείται ότι τους ανήκει, γιατί αν εγώ το έζησα έστω και στο ελάχιστο όλο αυτό, οι γονείς μου το έζησαν πολύ περισσότερο.

Ibo: Ναι ρε καμία σχέση. Εμείς πες λόγω χώρου και λόγω των παρεών και τέτοια βρήκαμε έναν τρόπο να ενσωματωθούμε στην ελληνική κοινωνία. Επέλεξα να κάνω παρέα με παιδιά που γούσταρα, που δεν ένιωθα ρατσισμό και τέτοια. Το ίδιο ισχύει πιστεύω και για τους άλλους. Είναι ο χώρος. Πιστεύω ότι και ρατσισμό να έχεις γύρω σου θα βρεις δυο-τρεις ανθρώπους που να σε κάνουν να νιώθεις καλά.

0151 – Ναι, οκ χώρος, αλλά εσείς δεν έχετε γράψει και το άλλο: «Έχω βαρεθεί να μιλάνε για αντιφασισμό και όταν γίνεται πογκρόμ να βγάζουν κείμενο». Εγώ τους στίχους του τραγουδιού παίρνω για αλήθεια, έτσι;

Ibo: Hip hop revolution και όποιος καταλάβει κατάλαβε. Τι να σου πω.

Dtaeys: Δράση, δράση. Να μη μένουμε μόνο στα λόγια. Ibo: Ναι ρε φίλε, ζήσε και γράψε. Όχι γράψε για να ζεις. Σαν bonus track είμαστε πολιτικοποιημένοι. Δε βλέπουμε ούτε αριστερά και τέτοια. Αλλά να σου πω την αλήθεια εγώ έχω βρει και αλλού τη διέξοδό μου. Γουστάρω bonus track αλλά ασχολούμαι και με κάτι άλλο. Γράφω στο στούντιο και διάφορα άλλα. Αλλά σαν bonus track είμαστε εκεί, τέλος. Και πιστεύω ότι δε θα αλλάξουμε.

0151 – Εμείς γενικά τα γουστάρουμε αυτά γιατί αυτό το στίχο δε θα τον βρεις σε αυτό που λέμε ελληνικό hip hop. Και αυτό βγάζει μια καλή κριτική και καλό είναι να λέγεται και η κριτική. Και επίσης αυτό που είπα στον Dtaeys πριν να σχολιάσει είναι πράγματα που εκφράζουν πάρα πολύ κόσμο και αυτή είναι μία από τις ιδιαιτερότητες αυτού του στίχου και αυτής της φάσης γενικότερα. Για το λέξεις ή πράξεις δεν ξέρω γιατί πολλές φορές τέτοιες λέξεις είναι τσεκούρια. Έχουμε, όμως, εδώ στο τεφτέρι και κάτι στα αλβανικά: «Ne qender te Αthines vij verdall sdua tja di, se kush kam perball, se eshte i bardh se eshte i zi, jam internacional Ivi MC», δηλαδή «Τριγυρνάω στο κέντρο της Αθήνας, είτε λευκός είτε μαύρος δεν με απασχολεί. Είμαι διεθνιστής, Ivi MC». Κάνει ρίμα και στα ελληνικά! Για πείτε λίγο… Και πως είναι να είσαι μετανάστης στο χιπ χοπ; Βοηθάει το χιπ χοπ να εκφραστείτε περισσότερο; Το ρωτάω γιατί στην ελλάδα οι μετανάστες όπως όλοι ξέρουμε δεν εκφράζονται ελεύθερα ή δεν τους αφήνουνε.

Jovi: Οι μετανάστες βοηθάνε το χιπ χοπ. Αφού από εκεί βγήκε κιόλας. Από τους μετανάστες. Και δεν είναι τυχαίο ότι οι χώρες που έχουν μετανάστες είναι και οι πρώτες στο χιπ χοπ. Αυτό ήταν το χιπ χοπ. Πόνος, προβλήματα και – γιατί όχι; – χαρές. Αυτά που ζήσαμε. Ενώ τώρα κάπου έχει χαθεί. Γράφει ο καθένας ιστορίες και καλά ότι είναι πρωταγωνιστής και διάφορα. Αυτό κατά κάποιον τρόπο κάνει πολύ κακό στην νεολαία. Κάποια στιγμή ο RZA από τους Wu Tang, είχαν πάει γερμανία που τους είχαν καλέσει κάτι συγκροτήματα γερμανικά και λέγαν στα τραγούδια τους «σκοτώνουμε» και κάνουμε και το ένα και το άλλο. Και λέει, λοιπόν, σε έναν από αυτούς «Αυτά που γράφετε, τα έχετε ζήσει;», «Εεε,όχι», «Εμείς όμως που τα λέμε τα έχουμε κάνει, τα έχουμε ζήσει γι’ αυτό και αυτό που λέτε και δεν το έχετε κάνει, κάνει κακό γιατί περνάτε μηνύματα. Κάποιοι πιστεύουν σε αυτά που λέτε». Πιστεύω ότι αυτό είναι ένα θετικό από την μουσική μας. Η φωνή μας, το να λέμε το τι γίνεται, το τι ζούμε.

Ivi: Απλά εγώ διαφωνώ με πολλά αλβανικά σχήματα που συνδέουνε το χιπ χοπ με τον εθνικισμό ή με τον πατριωτισμό. Εγώ δεν το βλέπω το χιπ χοπ… δεν είναι αυτό! Δεν συνδέεται με αυτό το πράγμα. Κι άλλα πράγματα που είπε κι ο Jovi πριν. Σκοτώνουμε, πουλάμε κτλ. Άλλο να πεις για τον ρατσισμό που νιώθεις από τότε που ήρθες εδώ και άλλο να πεις ότι είμαι Αλβανός και σας γαμάω. Δεν στέκει αυτό στο χιπ χοπ. Μιλάμε γενικά για μετανάστες στα κομμάτια μας και δεν λέμε ότι ας πούμε επειδή είμαστε Αλβανοί κάνουμε ό,τι θέλουμε.

Jovi: Εμένα με εκφράζει πάντα να γράφω για αυτά που ζω καθημερινά. Δεν υπάρχει δηλαδή να μιλάω μόνο για φασισμό. Η βάση βέβαια είναι… την ξέρω ποια είναι. Ότι ο ρατσισμός συνεχίζεται. Γράφω αυτά που με εκφράζουν κι αυτά που ζω. Δεν θα ήθελα ποτέ να γράψω κάτι που δεν το έχω ζησει και να πω πως είναι δικό μου.

0151 – Για αυτό κάνεις και στα αλβανικά κομμάτια.

Jovi: Όχι, εγώ προσωπικά ήρθα 16 χρονών και δεν είχα την τύχη, ε όχι τύχη γιατί τα σχολεία κάπου έχουνε προπαγάνδα, για να μάθω καλύτερα την γλώσσα. Ξέρω να μιλάω και να γράφω αλλά υπάρχουν λέξεις που δεν τις ξέρω αλλά υπάρχουν λέξεις που μπορώ να τις ακούω και να καταλάβω. Δεν έχω πλούσια ελληνικά για να κάνω ελληνικό χιπ χοπ. Θα γούσταρα πολύ να χώσω ελληνόφωνα.

Ivi: Και εμένα μου βγαίνει καλύτερα το αλβανικό. J

ovi: Ενώ υπάρχουν παιδιά όπως ο L.A.D. ο οποίος ήρθε πολύ μικρός και γράφει καλύτερα ελληνόφωνο!

Ivi: Όπως και ο Ζήσης, και ο Απόλυτος. Και ο Καζ και ο Buizy που γράφουν ελληνόφωνο.

Jovi: Μα όταν περπατάω στον δρόμο και γίνεται κάποιο σκηνικό,κατευθείαν -χωρίς να σκεφτώ- το μυαλό, βρίζω αλβανικά.

Ivi: Βγαίνει αυθόρμητα!

0151 – Μια που το πες, έχουμε και ρωτάει μια τεχνική ερώτηση. Αν σας αγχώνει η ρίμα και αν προσαρμόζετε το περιεχόμενο για να βγει η ρίμα.

Jovi: Εγώ προσπαθώ πάντα όταν δεν ταιριάζει αυτή η λέξη να βρω την πιο κοντινή λέξη για να εκφράζει αυτό που θέλω να πω.

Ivi: Κοίτα μπορεί εκεί που καθόμουνα και σκεφτόμουνα για να μου βγει η λέξη, να έβαζα μια άκυρη! Για να μου βγει η ρίμα. Αλλά με μέτρο.

0151 – Για τους Te Pavarurit είναι η επόμενη ερώτηση. Σταματήσατε να παίζετε ένα κομμάτι από ότι λέτε στην ιστοσελίδα του hit ‘n’ rap. Υπάρχει τέτοιο κομμάτι;

Jovi: Απλώς υπήρχε κάποιος στίχος σε ένα κομμάτι χωρίς κανέναν σκοπό… Κι είναι παρεξηγημένο αυτό το πράγμα και ήθελα να το τονίσω και τους το είπα και μπροστά γιατί εγώ είμαι καθαρός και θέλω τα πράγματα να τα λέω χύμα. Δεν είναι στίχος ας πούμε όπως τον βλέπουνε μερικοί!

Ivi: Και ήτανε και διαφορετικά τα πράγματα τότε. Μόλις είχατε έρθει μετανάστες. Απλά θεωρήθηκε εθνικιστικό.

Jovi: Και πάλι. Τα τραγούδια αν πάρουμε έναν και τα μεταφράσει ελληνικά, ο καθένας θα καταλάβει ότι αυτό δεν στέκει. Κάποιος πιάστηκε από δύο λέξεις.

0151 – Εντάξει, κάτι άλλο. Εμένα μου φάνηκε κάπως το πανό που ανέβηκε πέρσι στην πλατεία Εξαρχείων που έλεγε «100 χρόνια αλβανικό κράτος,100 χρόνια φασισμός» γιατί ξέρω ότι ήταν και έλληνες μπλεγμένοι σε αυτό το πανό και αυτό το πανό δεν έχει ανέβει ποτέ για την ελλάδα στην πλατεία Εξαρχείων. Να λέει 100 χρόνια φασισμός,100 ελληνικό κράτος.

Ivi: Ντάξει, για την ελλάδα όμως τόσα λέει ο χώρος.

0151: Απλά σου λέω διάβασα και το κείμενο και μου φάνηκε σαν επιτηδευμένα να δινόταν ραπόρτο από Αλβανούς μετανάστες σε Έλληνες και ήταν και η ανάλυση χάλια. Αυτό το πανό έσβηνε όλα τα χρόνια του Χότζα όλα τα χρόνια των ανταρτών! Έχει μια ιστορία η Αλβανία. Δεν είναι σαν την ελλάδα! Η ελλαδα είχε φασισμό πάρα πολλά χρόνια. Είχε στρατιωτικούς, είχε μαλάκες, είχε φασίστες. Εμείς έχουμε μεγαλώσει εδώ με την θρησκεία πάνω από το κεφάλι! Έχω γνωρίσει τόσους Αλβανούς που η λέξη «θεός» δεν τους σημαίνει τίποτα. Σημαντική διαφορά! Και δεν είναι η μόνη!

Ιvi: Αυτό είναι ένα πράγμα που κατάφερε ο Χότζα να το κάνει. 0151 – Καλό είναι αυτό!

Jovi: Αυτό που είπες μ’ άρεσε! Γιατί πιστεύω πως την μεγαλύτερη προπαγάνδα την κάνει η θρησκεία, η σημαία και η τηλεόραση. 0151 – Ε, ναι. Άντε πάνε βρες σημαία στην Αλβανία μέχρι πριν κάποια χρόνια.

Jovi: Παλιά δεν υπήρχαν αυτά. Δεν τα καταλαβαίνω.

Ivi: Αυτό που λέμε δηλαδή και εμείς που είμαστε στον χώρο ότι δεν γουστάρουμε σημαίες και αυτά. Δεν λέω ο άλλος να ξεχάσει την πατρίδα του αλλά να μην πωρώνεται τόσο πολύ είτε είναι αλβανικός εθνικισμός είτε είναι απ’ όπου προέρχεται.

0151 – Εγώ έχω θέμα βρε παιδί μου γιατί ας πούμε στο πογκρόμ του 2004 εναντίον των Αλβανών. Εκεί μας έλεγαν τα παιδιά από το Στέκι Αλβανών Μεταναστών ότι τους είχαν πει οι έλληνες αριστεροί αν μπορούν να επηρεάσουν τους Αλβανούς που ξέρουν και θα κατέβουν στην πορεία για να μην φέρουν αλβανικές σημαίες. Να έχεις φάει πογκρόμ και να μην μπορείς να κουβαλήσεις αλβανική σημαία. Αλλά σε μια κατάληψη στην Θεσσαλονίκη κι αυτό είχε ειπωθεί. Ότι όποιον φορούσε μπλουζάκι με αλβανική σημαία θα του την έπεφτα, είχε ειπωθεί. Δεν είναι το ίδιο η αλβανική σημαία με την ελληνική, στην ελλάδα. Στην Αλβανία μπορεί.

Ivi: Όπως το λες αυτό, έχεις ένα δίκιο.

0151 – Κλείνοντας κάπως να το πούμε και ρητά πως μέσα από αυτές τις ερωτήσεις εμείς έμμεσα παραινούμε για περισσότερο αντιρατσιστικό και περισσότερο αντιφασιστικό στίχο, αλβανικό ή ελληνικό.

Dtaeys: Εννοείται. Καταρχάς, όλο αυτό για μας είναι ανάγκη να το εκφράσουμε και να το διαδώσουμε σε όσους μπορούν να το ακούσουν και να επωφεληθούν από αυτό, να πάρουν κάτι ωραίο. Γιατί δε γίνεται με την πραγματικότητα έτσι όπως τη ζούμε. Και το «λίγο απ’ το μυαλό μου» ήταν ένα κομμάτι που έπρεπε να το βγάλω εκείνη τη στιγμή και γι’ αυτό και τα είπα τόσο κοφτά. Δε γινότανε. Ήταν η περίοδος που ανέβαινε η Χρυσή Αυγή και είχε πάρει εκείνο το τεράστιο ποσοστό και δεν μπορούσε να το χωρέσει το μυαλό μου ότι θα ‘παιρνε τέτοιο ποσοστό η Χρυσή Αυγή, από πού κι ως πού!

Ibo: Τι από πού κι ως πού; Από ΠΑΣΟΚ και ΝΔ. Εγώ το περίμενα αυτό. Όλα αυτά τα χρόνια ιστορικά η Ελλάδα έχει τους φασίστες της, έχει ταγματασφαλίτες, έχει χίλια δυο. Μετά από τη χούντα κάποιοι πήγαν στη Νέα Δημοκρατία κάποιοι κρύφτηκαν στο ΠΑΣΟΚ και τώρα με την κρίση ευκαιρία να βγάλουνε τη μάσκα τους. Πολύ απλό.

Dtaeys: Έτσι είναι, απλά δεν μπορώ να πιστέψω πως ο κόσμος τους υποστήριζε. Εγώ ας πούμε έβλεπα ότι θα ερχόταν η στιγμή που θα γινόταν κάτι τέτοιο όπως με τον Παύλο. Από την αρχή φαινόταν. Και πιστεύω ότι άργησε κιόλας να συμβεί κάτι τέτοιο. Βέβαια τόσο καιρό κυνηγούσαν μετανάστες, αλλά είχε άλλη βαρύτητα ο μετανάστης για την ελληνική κοινότητα. Ενώ με τον Παύλο επειδή ήταν Έλληνας έγινε μεγαλύτερος ντόρος. Αλλά δεν μπορούσε να το χωρέσει το μυαλό μου.

0151 – Ισχύει. Το ότι έχει πιάσει, όμως, μέχρι στιγμής ο αντιφασιστικός στοίχος σε γενικές γραμμές μπορούμε να το δούμε και εκ του αποτελέσματος, πολλές φορές θλιβερού. Εδώ και ενάμιση μήνα περίπου μιλάμε με έναν νεκρό αντιφασίστα mc πίσω μας που κυνηγήθηκε για τον αντιφασιστικό του στίχο. Αυτό εσείς πώς το είδατε; Αυτή η δολοφονία σκόρπισε φόβο σε εσάς, σκέψεις;

Ibo: Όχι γιατί καταρχάς θα μπορούσε στη θέση του Φύσσα να είναι ο καθένας. Απλά έκατσε που ήταν και mc. Αλλά προχωράς όπως θα προχώραγες.

Dtaeys: Εμάς, βέβαια, εννοείται δε μας ήρθε κεραμίδα. Γιατί ξέραμε τη Χρυσή Αυγή σαν οργάνωση τόσα χρόνια. Δεν ήταν κάτι καινούριο. Ξέραμε τη δράση της και γι’ αυτό δεν υπήρχε λόγος να φοβηθούμε γιατί αν ήταν να φοβηθούμε θα είχαμε φοβηθεί ήδη τόσο καιρό. Τώρα απλά είχανε πάρει περισσότερη δημοσιότητα και είχαν περισσότερη δύναμη. Και σε ό, τι κάνεις ξέρεις τις αντιδράσεις που θα προκύψουν και τα ρίσκα που θα πάρεις. Πάντα ήξερες, δηλαδή, ότι υπήρχαν οι φασίστες και ότι μπορεί να είχες μπελάδες, αλλά εννοείται ότι δε θα το σταματήσεις. Εννοείται ότι μας εφιστά περισσότερο την προσοχή, ότι μας έχουνε στοχοποιήσει, αλλά αυτό δείχνει εξίσου και το ανάποδο, ότι σε υπολογίζουνε και είσαι αγκάθι για αυτούς.

Jovi: Εγώ προσωπικά ένιωσα μίσος για το σύστημα. Που εκμεταλλεύονται ακόμα και νεκρούς.

Ιvi: Εγώ στεναχώρια πολύ. Και πολύ μίσος μέσα μου. Που είχα αλλά ακόμα πιο πολύ για τους φασίστες.

0151 – Δεν θα αντέξω να μην το ρωτήσω. Πώς είδατε την αντίδραση της mainstream hip hop κοινότητας; Είδα και τον Αρτέμη κάπου εκεί ας πούμε στην ΕΣΗΕΑ στη συνέντευξη τύπου που ακολούθησε την δολοφονία.

Ivi: Δεν μου άρεσε καθόλου έτσι όπως το κάνανε. Διαφωνώ με αυτά που λέγανε αυτοί. Κι εμείς κρατήσαμε μια άλλη στάση σαν hit n’ rap και βγάλαμε ένα κείμενο δικό μας αν το έχεις διαβάσει μετά την δολοφονία τις επόμενες μέρες όπου δείξαμε τις απόψεις μας για αυτό που έγινε. Διαφωνούμε απόλυτα με αυτό που έγινε στην ΕΣΗΕΑ, αυτό το πανηγύρι.

Jovi: Εγώ θα πω κάτι πάνω σε αυτό. Είπε κάτι στο τελευταίο live ο Ατάραχος Ταξιδευτής που μ΄άρεσε. Είχανε γράψει στο πανό «ο Παύλος ζει, τσακίστε τους ναζί» και είπε κάτι πολύ ωραίο και συμφωνώ απόλυτα μαζί του. Λέει ρε παιδιά,ο Παύλος πέθανε. Θα μπορούσαμε να είχαμε γράψει έναν στίχο δικό του. Συμφωνώ 100%.

Dtaeys: Όλο αυτό ήτανε ένα πανηγύρι και μια ευκαιρία να βρεθούν όλοι μαζί στο προσκήνιο. Εγώ προσωπικά δεν το είδα, αλλά το παρακολούθησα γιατί ήμουν περίεργος να δω τι έλεγε ο καθένας. Δεν υπήρχε κάποιος εκπρόσωπος της τάξης που έπρεπε να ήταν εκεί. Πέρα από τους active member και τον τοτέμ που έχουν πιο πολιτικοποιημένο στοίχο, οι υπόλοιποι δεν είχαν καμία σχέση με τον πολιτικοποιημένο και αντιφασιστικό στοίχο. Μπορεί να πει κανείς ότι ήταν στη μνήμη του Παύλου γιατί τον γνωρίζανε, αλλά ήτανε και άλλοι που δεν τον γνωρίζανε, όπως ο άλλος ο τυπάς, ο Αρτέμης, και πήγαν για να βρίσκονται στην επικαιρότητα και να το εκμεταλλευτούν όλο αυτό. Τίποτα δεν έβγαλε εξάλλου. Κάνανε live με είσοδο 10 ευρώ και από δίπλα «r.i.p Killa-P» (rest in peace Killa-P), αλλά τους κράξανε και το βγάλανε το «r.i.p Killa-P». Όλοι μιλούσανε για αγάπη εκεί μέσα. Για κατανόηση προς τους φασίστες… Ο Εισβολέας έλεγε κάτι τέτοια. Και ο Klimt είπε το άλλο, ότι δε θα γίνουμε εμείς δικαστές και επικριτές, ας έχουμε εμπιστοσύνη στον Δένδια και ότι όποιος είναι ενάντια σ’ αυτό είναι ενάντια και σε εμάς και ακολουθεί κατά κάποιο τρόπο τη Χρυσή Αυγή. Τρικυμία εν κρανίω δηλαδή. Όπως και εμένα αν με βάλεις να μιλήσω στα mad awards ή σε κάτι τέτοιο, θα ακούγονται άσχετα σ’ αυτούς αυτά που θα λέω. Όπως δεν είχαν να πουν τίποτα ουσιώδες αυτοί, γιατί δεν είχαν να κάνουν μ’ όλο αυτό, γιατί απλά κάνουν μουσικούλα για να βγάλουν τα λεφτά τους. Όχι για να είναι αλληλέγγυοι ή κάτι τέτοιο.

Ibo: Εγώ πιστεύω ότι δεν ήταν χτύπημα κατά του hip hop αυτό αλλά κατά της λαϊκής τάξης. Απλά κάποιοι βρήκαν αφορμή για να βγούνε και να κάνουν καλό για την πάρτη τους. Εμένα δεν με συγκινεί.

0151 – Άντε κι ένα τελευταίο. Έχετε συνεργαστεί με κόσμο από άλλες χώρες;

Dtaeys: Έχουμε συμμετάσχει σε διοργανώσεις όπως ας πούμε το rap militante, που έχει ξεκινήσει από την Ιταλία και ο litralex είναι ο εκπρόσωπός του στην Ελλάδα που το προώθησε λίγο περισσότερο. Αυτό έχει βάση τον πολιτικοποιημένο στοίχο από χώρες της Ευρώπης γενικώς και όχι μόνο νομίζω. Πηγαίνουν από χώρα σε χώρα. Ο Βλάσης και ο Differ είχαν πάει στην Ιταλία για το φεστιβάλ που είχε γίνει εκεί. Στην Καβάλα στη μνήμη του litralex είχαν έρθει από Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία και Ισπανία. Σε προσωπικό επίπεδο όμως δεν έχουμε συνεργαστεί άμεσα με ξένους. Ibo: Προσωπικά όχι. Εκτός αν οι Αλβανοί που είναι στην Ελλάδα θεωρούνται ξένοι, έχουμε συνεργαστεί τότε (γέλια).

0151 – Ευχαριστούμε.

 

κατεβάσε το κείμενο σε pdf εδώ.

γιατί η Rosa Nera είναι επικίνδυνη;

Στο πρώτο τεύχος που βγάλαμε μέσα σε αυτή τη δυστοπική χρονιά (0151 # 19,Φεβρουάριος 2020) δημοσιεύσαμε ένα κείμενο στο οποίο επισημαίναμε, μεταξύ άλλων, ότι η καταστολή των καταλήψεων τα τελευταία δύο χρόνια χρόνια από το ελληνικό κράτος (δηλαδή από τη δεξιά εξίσου με την αριστερά) σημαίνει έναν χωροταξικό συγκεντρωτισμό της εξουσίας που όμως αντανακλά ουσιαστικά τον πολιτικό συγκεντρωτισμό της εξουσίας. Με λίγα λόγια το κλείσιμο των καταλήψεων, δηλαδή όσων μικρών κοινοτήτων δεν έχουν ενσωματωθεί πλήρως στον κρατικό λόγο και τα συμφέροντά του σημαίνει την ύστατη κρατική προσταγή είτε να ταυτιστεί κανείς με το κράτος του είτε να πάψει να υπάρχει. Αυτός ο πολιτικός συγκεντρωτισμός που εκφράζεται μέσω της καταστολής των καταλήψεων είναι ένα χτύπημα στις διαφορετικές από το κράτος απόψεις και είναι μια υλική ώθηση στο να στρέφεται όλο το πολιτικό σκηνικό σε μια πολιτική πατριωτισμού δεξιών και αριστερών χρήσεων.

Αυτό το «μάθημα», γράψαμε, το μάθαμε μάλιστα κι εμείς σε καταλήψεις. Σε καταλήψεις με «συλλογικές κινηματικές υποδομές (που μας βοηθούν να μην έχουμε μνήμη μηντιακών χρυσόψαρων), τρόπους συλλογικής οργάνωσης της κινηματικής μας δράσης, συλλογική εργασία ενάντια στις δομικές σχέσεις εξουσίας που μας καταπιέζουν, χώρους συλλογικής αυτομόρφωσης και οικοδόμησης άποψης για κρυμμένα ζητήματα (τον αντισημιτισμό, τους φεμινισμούς, τον ανθελληνικό αντιφασισμό, την κρατική παρανομοποίηση της μετανάστευσης, τον κυρίαρχο κοινωνικό ρατσισμό).» Σε καταλήψεις «συγκροτηθήκαμε σε πολιτικές συλλογικότητες και συνελεύσεις, σε συντακτικές ομάδες περιοδικών και θεματικών εντύπων, σε σταθερές στο χρόνο διαδικασίες. Η κίνησή μας αυτή παρήγαγε αποτελέσματα εκτός όλων των άλλων και αναφορικά με τον τρόπο που βλέπουμε και βιώνουμε τις καταλήψεις.»

Όλα ετούτα έχουμε την ταπεινή γνώμη μάλιστα πως δεν βοήθησαν μόνον την πάρτη μας αλλά και ευρύτερα κοινωνικά κομμάτια που αποκτούν άποψη για τον κόσμο, μπορούν να αναγνωρίσουν τους καταπιεστές τους, μπορεί να αρθρώσουν δυο λόγια για τον εαυτό τους, θέλουν να κυνηγήσουν φασίστες, καταλαβαίνουν πως το κράτος τους έχει βαθιά χεσμένους και το μέλλον τους είναι δυσοίωνο. Αυτή είναι, θεωρούμε και η όποια επικινδυνότητά μας, η δική μας και των συντροφισσών-συντρόφων μας στις καταλήψεις.

Με την κατάληψη Rosa Nera ήρθαμε σε επαφή από το 2011 όταν μέσω ενός άτυπου δικτύου αυτόνομων ομάδων και αντιφασιστικών δομών στηρίξαμε τον δίκαιο αγώνα για χαρτιά όλων των μεταναστών που έβαλαν μπροστά 300 μετανάστες απεργοί πείνας από τα Χανιά στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Στη Rosa Nera ήταν που από το 2012-2013 –όταν φτιάχτηκε η συνέλευση του πυρήνα antifa negative και του περιοδικού 0151 -ενάντια στην ελληνική εμπειρία αντίστοιχα– κάναμε τη διανομή των εντύπων μας και συνδιοργανώναμε τις εκδηλώσεις και τις βιβλιοπαρουσιάσεις μας. Στη Rosa Nera το 2017 ήταν που παρουσιάσαμε το τεύχος του antifa negative/figh back! «Έθνος, Φύλο και Γυναικεία Κινήματα στην Ελλάδα (1880-1949)» καταθέτοντας μια αυτόνομη αντιφασιστική αφήγηση για τα διάφορα επεισόδια της ιστορίας των γυναικείων κινημάτων στη χώρα, μια αφήγηση με πολιτικές χρήσεις για το σήμερα. Στις συζητήσεις με τους συντρόφους της Rosa Nera ήταν που προέκυψε η ιδέα της έκδοσης «Κυρίες και Κύριοι από δω για τα Αέρια», του βιβλίου του Πολωνού επιζώντα Άουσβιτς Tadeusz Borowski που εξέδωσε πρόσφατα το 0151. Μάλιστα στη Rosa Nera θα λάμβανε χώρα και η πρώτη παρουσίαση του βιβλίου αν δεν συνέβαινε η καταστολή της. Είναι συμφέρον, βέβαια, φανταζόμαστε για το ελληνικό κράτος και τα ντόπια τσιράκια του να μη θέλουν να αναμοχλεύουν το ζήτημα του Ολοκαυτώματος που υπήρξε πολύ βολικό για τους ελληνοχριστιανούς που έβαλαν χέρι στο εβραϊκό κέντρο των Χανίων μετά το 1945.

Έχουμε και λέμε λοιπόν: η αντιφασιστική ιστορία των ελλαδικών γυναικείων κινημάτων, το βιβλίο ενός επιζώντα των στρατοπέδων συγκέντρωσης, η υποστήριξη του μεγαλύτερου αγώνα μεταναστών της δεκαετίας του 2010, συζητήσεις, ζυμώσεις, διαβάσματα. Δράσεις αντί για ανώφελη μνήμη. Είπαμε, επικίνδυνα πράγματα! Επικίνδυνα όταν τα κάνεις έξω από ακαδημαϊκά όρια και το κομματικό μαντρί, χωρίς να αναμένεις ανταποδοτικά οφέλη. Τέτοια πράγματα υπερασπίστηκε τόσα χρόνια στην Κρήτη η Rosa Nera με συνέπεια, αυτός είναι ο λόγος που τώρα την χτυπάνε, αυτός είναι κι ο λόγος που στεκόμαστε στο πλευρό της!

 

antifa negative / περιοδικό 0151 – ενάντια στην ελληνική εμπειρία!

Οκτώβρης 2020

ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ/ΕΚΔΗΛΩΣΗ “ΚΥΡΙΕΣ ΚΑΙ ΚΥΡΙΟΙ ΑΠΟ ΔΩ ΓΙΑ ΤΑ ΑΕΡΙΑ” ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ & ΔΡΑΜΑ 16-17-18/10/2020

Θεσσαλονίκη 16-17.10.2020

 

 

Δράμα 18.10.2020